GuidePedia

0

Του Νίκου Μελέτη
Μέσω μιας ισορροπίας τρόμου, με όλους τους μεγάλους και περιφερειακούς παίκτες -πλην ΗΠΑ- στο τερέν της Συρίας, με τον πρόεδρο Άσαντ και τη Μόσχα να έχουν το πάνω χέρι, διαμορφώνονται συνθήκες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια εύθραυστη αλλά για πρώτη φορά ρεαλιστική πορεία προς την ειρήνευση στη μαρτυρική χώρα της Μέσης Ανατολής.

Η αιφνιδιαστική απόφαση του προέδρου Τραμπ να διατάξει την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία, η οποία ελήφθη μετά την τυπική διαβεβαίωση του Τ. Ερντογάν ότι θα αναλάβει, εάν χρειασθεί, την επιχείρηση αντιμετώπισης των υπολειμμάτων του ISIS, αλλά και την προφανή συνεννόηση με τη Μόσχα δημιούργησε νέα δεδομένα, καθώς πρακτικά δόθηκε το πράσινο φως για τη διατήρηση του Άσαντ ως παράγοντα που τουλάχιστον σε αυτή τη φάση μπορεί να διευκολύνει τη σταθεροποίηση στη Συρία.

Μόλις δόθηκε το σύνθημα από τον Ντ. Τραμπ, προκλήθηκαν άμεσες αντιδράσεις, καθώς όλοι οι περιφερειακοί παίκτες επιχειρούν να μη μείνουν έξω από το παιγνίδι επιρροής στην περιοχή, όπου δεσπόζουν τρεις διαφορετικές αντιθέσεις: η σύγκρουση του σιιτικού Ιράν με τις σουνιτικές χώρες του Κόλπου με επικεφαλής τη Σ. Αραβία, η προσπάθεια της Ρωσίας να επανακτήσει ζώνη επιρροής στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο και η αγωνία της Τουρκίας να αποτρέψει σε πρώτη φάση τη δημιουργία κουρδικής οντότητας στα νότια σύνορά της με τη Συρία και σε δεύτερη φάση η εξόντωση των κουρδικών οργανώσεων που θεωρεί παρακλάδια του ΡΚΚ. Και φυσικά στο παιγνίδι αυτό παραμένει «παίκτης» και το Ισραήλ, σε μια εντελώς ασύμβατη σύμπλευση με τις αραβικές χώρες του Κόλπου στον στόχο της ανάσχεσης της ιρανικής επιρροής και αποτροπής δημιουργίας ιρανικού προγεφυρώματος στον Λίβανο με όχημα τη Χεζμπολά.

Οι ΗΠΑ είχαν, ούτως ή άλλως, μικρή συμμετοχή με πενιχρές δυνάμεις, κυρίως στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, που δεν μπορούσαν ούτε τη Ρωσία ούτε το Ιράν να συγκρατήσουν. Απλώς με την παρουσία των δυνάμεων εκεί αποτελούσαν μια ασπίδα για τους Κούρδους του YPG, που αποτέλεσαν μια αξιόπιστη δύναμη για την αντιμετώπιση του ISIS και συγχρόνως για μεγάλο διάστημα κράτησαν υπό τον έλεγχό τους μια εκτεταμένη περιοχή, η οποία σε διαφορετική περίπτωση θα είχε περάσει στα χέρια είτε του ISIS είτε των κυβερνητικών δυνάμεων του Άσαντ. Ο στόχος των Αμερικανών ήταν η σταθεροποίηση της χώρας και ήδη από τη θητεία του Μ. Ομπάμα εξεταζόταν η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία.

Ο Τραμπ, με την απόφαση αποχώρησης πυροδότησε τις εξελίξεις, καθώς ήταν προφανές ότι άφηνε το πεδίο ανοικτό για το Ιράν, τη Ρωσία, την Τουρκία αλλά και για τον Άσαντ, ο οποίος έχει την πλήρη στήριξη της Μόσχας και της Τεχεράνης.

Ο αραβικός κόσμος, ο οποίος είχε γυρίσει την πλάτη στον Άσαντ και μάλιστα μέσω της Σ. Αραβίας είχε χρηματοδοτήσει τις σουνιτικές ένοπλες ομάδες που έδρασαν στο έδαφος της Συρίας, έκανε τη μεγάλη στροφή, δίνοντας «εντολή» σε Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Μπαχρέιν να ανοίξουν τις πρεσβείες τους στη Δαμασκό, σε μια κίνηση που ήρθε έπειτα από μυστικές συνεννοήσεις στις οποίες διαδραμάτισε ρόλο και η Αίγυπτος. Εξάλλου, τόσο ο Άσαντ όσο και η Σ. Αραβία και η Αίγυπτος έχουν έναν κοινό εχθρό, τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, τους οποίους έχει «υιοθετήσει» ο Τ. Ερντογάν και μάλιστα την Παρασκευή έσπευσαν να καταγγείλουν τη στάση των αραβικών χωρών που ανοίγουν πρεσβείες στη Συρία.

Η Σ. Αραβία ελπίζει ότι με τη στήριξή της στο καθεστώς Άσαντ, μέσω και της αμερικανικής παρέμβασης, θα αποτρέψει τον πλήρη έλεγχο της Συρίας από τις φιλοϊρανικές δυνάμεις, καθώς ο αγώνας κυριαρχίας στη Μ. Ανατολή μεταξύ σιιτικού Ιράν και σουνιτικής Σ. Αραβίας συνεχίζεται. Η παρέμβαση του Ριάντ δεν είναι άσχετη και με το πολεμικό κλίμα των σχέσεων Τουρκίας - Σ. Αραβίας, λόγω και της υπόθεσης Κασόγκι, την οποία χρησιμοποίησε ο Ερντογάν για να παζαρέψει με τον Ντ. Τραμπ αλλά και για να υποσκάψει τον ρόλο της Σ. Αραβίας στον σουνιτικό κόσμο.

Το Ισραήλ και ο Νετανιάχου φαίνεται ότι εξασφαλίζουν την «άδεια» των Ρώσων να εξουδετερώσουν κάθε προσπάθεια του Ιράν να δημιουργήσει διάδρομο προς τον Λίβανο και προγεφυρώματα με όχημα τη Χεζμπολάχ, ενώ φαίνεται πλέον ότι υπάρχει από το Τελ Αβίβ, έστω και υπό όρους, αποδοχή της διατήρησης του Άσαντ στη Δαμασκό.

Οι Κούρδοι της Συρίας ζήτησαν προστασία του Άσαντ, καθώς είδαν για μια ακόμη φορά να είναι το εύκολο θύμα στα στρατηγικά παιγνίδια της Μέσης Ανατολής.

Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου οι Κούρδοι είχαν αποφύγει τη μετωπική σύγκρουση με τις κυβερνητικές δυνάμεις και υπήρχε διαρκώς δίαυλος επικοινωνίας με τον Άσαντ. Επιστρέφοντας στις «αγκαλιές» του Άσαντ δεν είναι το καλύτερο, αλλά τουλάχιστον έτσι αποτρέπουν μια τουρκική επίθεση που θα τους εξόντωνε.

Μετέτρεψαν τη δική τους επιβίωση σε μείζον θέμα διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Ελέγχοντας μια μεγάλη περιοχή στη βορειοανατολική Συρία, την οποία αποδίδουν και πάλι στην κυβέρνηση Άσαντ, ελπίζουν ότι πλέον θα μπορέσουν να διαπραγματευθούν μια πιο διακριτή παρουσία του κουρδικού στοιχείου στη μεταπολεμική Συρία. Ο Άσαντ πάντως θα τους χρησιμοποιεί σαν μοχλό για να ασκεί πίεση προς τον Ερντογάν, με τον οποίο είναι δύσκολο να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη.
Η Ρωσία είναι κερδισμένη, καθώς επιστρέφει στη Μ. Ανατολή και θα έχει βαρύνοντα ρόλο στη διαμόρφωση της μεταπολεμικής Συρίας.

Πλέον, με τη σιωπηρή ανοχή και των ΗΠΑ, ο Β. Πούτιν είναι αυτός που λαμβάνει τις αποφάσεις στη Συρία και κατευθύνει τις κινήσεις όλων των άλλων παικτών.

Το Ιράν έχει παρουσία, αλλά κάθε προσπάθεια περαιτέρω επέκτασης της επιρροής του θα προκαλέσει άμεση αντίδραση. Πάντως, με την τροπή που παίρνουν οι εξελίξεις πιθανότατα ο Άσαντ δεν θα έχει πια την ανάγκη στήριξης από την Τεχεράνη για την επιβίωσή του και αυτό θα περιορίσει την εξάρτησή του από το Ιράν.

Η Τουρκία κινείται στην κόψη του ξυραφιού, όπως συμβαίνει όλους τους τελευταίους μήνες. Αντιμετώπιζε τον κίνδυνο αυτονόμησης της βόρειας Συρίας υπό το εχθρικό κουρδικό YPG, το οποίο μάλιστα δρούσε υπό την ασπίδα των αμερικανικών δυνάμεων στη Συρία. Αυτός ο κίνδυνος φαίνεται να αποτρέπεται προς το παρόν, αλλά η Αγκυρα δεν πρόλαβε να εκμεταλλευθεί το κενό που θα δημιουργήσει η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων, ώστε να εξαπολύσει την τελική επίθεση ανατολικά του Ευφράτη και να εξουδετερώσει έτσι οριστικά την όποια κουρδική στρατιωτική απειλή. Μια επιχείρηση, πάντως, που καθόλου δεν είναι δεδομένο ότι θα εξελισσόταν σε περίπατο για την Τουρκία.

Η Τουρκία δεν έχει πετύχει όσα ίσως ονειρευόταν ο Τ. Ερντογάν: προσάρτηση εδαφών της Συρίας, κυριαρχία στον μουσουλμανικό σουνιτικό κόσμο, ανατροπή Άσαντ και εξασφάλιση φιλικής κυβέρνησης στη Δαμασκό...

Προς το παρόν φαίνεται να εξασφαλίζει το μίνιμουμ: την εγγύηση ότι δεν θα επιτραπεί στο YPG να αποτελέσει απειλή για την ίδια. Η εγγύηση αυτή προερχόμενη από τη Μόσχα και τον Άσαντ δεν μπορεί να είναι καθησυχαστική και αυτό υποχρεώνει την Τουρκία σε μια διαρκή εγρήγορση και συνεχή εμπλοκή στις εξελίξεις στη Συρία.

Η κρίση της Συρίας βοήθησε την Τουρκία να αναδειχθεί σε περιφερειακό παίκτη, με ασκήσεις υψηλής διπλωματίας και δοκιμασία των στρατιωτικών δυνατοτήτων της επί του πεδίου, καθώς δεν πρόκειται για αγώνα ταχύτητας 100 μέτρων, αλλά μάλλον ένα είδος Survivor, που ανά μέρα, εβδομάδα, μήνα, αλλάζουν οι συμμαχίες, οι επιδιώξεις, το τερέν.

Ο κ. Ερντογάν, μέσω της συριακής κρίσης βρήκε τον τρόπο να διαμορφώσει μια ισχυρή σχέση με τη Ρωσία και τον Β. Πούτιν, να διατηρήσει την προνομιακή σχέση με την Τεχεράνη και τελικά να ξαναβρεί τον απευθείας κώδικα επικοινωνίας με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντ. Τράμπ. Οι συμμαχίες της Τουρκίας παραμένουν εύθραυστες και ευαίσθητες σε εξωγενείς παράγοντες και κάθε άλλο παρά είναι δεδομένο ότι θα συνεχίσει η Τουρκία του Τ. Ερντογάν να ισορροπεί με την ίδια ευκολία όχι σε δύο, αλλά σε τρεις και τέσσερις βάρκες…Οι απειλές ασφαλείας για την Τουρκία παραμένουν, αλλά με τα σημερινά δεδομένα δείχνει να έχει επιτύχει μια τουλάχιστον ασφαλή διαχείρισή τους…

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top