GuidePedia

0

Του Νίκου Μελέτη
Με στόχο την ενίσχυση της θέσης του στο παιγνίδι της Μέσης Ανατολής, στέλνοντας συγχρόνως το μήνυμα ότι ο ίδιος δεν θα αδιαφορήσει στα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου υιοθετεί την ακραία και «πολεμική» ρητορική, ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο είχε εγκλωβισθεί, όταν αισθάνθηκε ότι εγκαταλείπεται από τον Πούτιν και μπαίνει σε νέα τροχιά σύγκρουσης με τους Αμερικανούς.

Αυτή η περιπετειώδης διαδρομή των τελευταίων μηνών όμως κάθε άλλο παρά έχει κάμψει η αλλοιώσει τον αναθεωρητισμό που έχει υιοθετήσει ο Ταγίπ Ερντογάν ως επίσημο δόγμα της εξωτερικής πολιτικής του, με εύκολο στόχο ,όπως ο ιδιος πιστεύει, την Ελλάδα και την Κύπρο. Κάτι που αποδεικνύεται με τις τελευταίες δηλώσεις του αλλά και εκείνες του Υπουργού των εξωτερικών Μ.Τσαβουσογλου.

Ο τούρκος πρόεδρος αποδεικνύεται «σκληρό καρύδι» και εκμεταλλευόμενος την τακτική του «διαίρει και βασίλευε» (εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας) του προέδρου Πούτιν, παίζει ένα σκληρό πόκερ ώστε αφενός να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Τουρκίας στην Συρία, που δεν είναι άλλο παρά η εξουδετέρωση των κουρδικών δυνάμεων του YPG και η αποτροπή της δημιουργίας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στην μεταπολεμική Συρία και συγχρόνως να αποκαταστήσει ένα είδος a la carte σχέσεων με την Δύση, τόσο με την Ε.Ε. όσο και με την Ουάσιγκτον.

Η συνάντηση με τον ρώσο πρόεδρο Πούτιν χθες στο Σότσι, φαίνεται ότι δίνει μια ανάσα στον Τ. Ερντογάν ο οποίος κινδύνευε να βρεθεί στην Β. Συρία εξαρτώμενος από τις διαθέσεις των Αμερικανών την ώρα που ο ίδιος μέχρι τώρα προβάλλονταν ως σύμμαχος του Πούτιν και θανάσιμος εχθρός του καθεστώτος Άσαντ, που όμως υποστηρίζεται από τον Πούτιν αλλά παραμένει στο στόχαστρο των Αμερικανών.

Μέσα σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό, που ο Τ.Ερντογάν έχει να αντιμετωπίσει τις συμπληγάδες της οικονομίας που ίσως δεν έχει εντελώς άδικο όταν κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι τον «έστησαν» στις αγορές, ο τούρκος ηγέτης λειτουργεί σαν τον «αγρίμι στο κλουβί» αναζητώντας εναλλακτικές επιλογές ,ενώ γίνεται όλο και πιο επικίνδυνος όλο και πιο απρόβλεπτος.

Ο Ερντογάν ο οποίος αντιλαμβάνεται ότι ο ίδιος είναι το πρόβλημα στην αποκατάσταση των σχέσεων με το Ισραήλ και κατ επέκταση με την Ουάσιγκτον γίνεται όλο και πιο επιθετικός με το Τελ Αβίβ, με το οποίο δεν υπάρχει πια κανένας κώδικας επικοινωνίας, πολύ περισσότερο που ο τούρκος ηγέτης αυτοπροβάλλεται ως ο ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου, εναγκαλίζεται τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και την Χαμάς και είναι σύμμαχος του Ιράν.

Με διαταραγμένες τις σχέσεις με τις ΗΠΑ ο Ερντογαν κρατά στα χέρια του ένα δυνατό χαρτί: αυτό της απελευθέρωσης του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον, που σε μια χώρα όπως η Τουρκία αρκεί ένα απλό νεύμα του προέδρου της χώρας για να μπει στο αεροπλάνο και να επιστρέψει στην Τουρκία, κάτι που αυτομάτως θα έδινε την ευκαιρία στον Πρόεδρο Τραμπ να προβάλλει την «νίκη» του και να ανοίξει τον δρόμο για αποκατάσταση των σχέσεων με την Τουρκία.

Την ίδια στιγμή ο Ερντογάν δεν έχει άλλη επιλογή από το να στραφεί παράλληλα και προς την Ε.Ε., έχοντας και εκεί ένα μεγάλο χαρτί: το μεταναστευτικό και σε ότι αφορά την Γερμανία, το μέγεθος των γερμανικών επενδύσεων και οικονομικών- εμπορικών συμφερόντων γερμανικών εταιριών στην Τουρκία.

Η επίσκεψη του στην Γερμανία στο τέλος του μήνα αποτελεί κομβικό σημείο για την προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων με την Ε.Ε. και κατευνασμού των ξενοφοβικών και πολύ συχνά αντιτουρκικών αισθημάτων στην Ευρώπη.

Πάντως η προσπάθεια της γερμανικής κυβέρνησης να «προστατεύσει τη επίσκεψη με την απαγόρευση διαδηλώσεων κουρδικών και άλλων οργανώσεων την ημέρα της επίσκεψης του Ερντογάν, δυσκολεύει καθώς ο ίδιος έχει εκφράσει την «επιθυμία» να μιλήσει σε ανοικτή συγκέντρωση στα εγκαίνια τζαμιού στην Κολωνία. Κάτι που δεν είναι απλή απόφαση για την κυβέρνηση Μέρκελ που κλυδωνίζεται ακριβώς από την ραγδαία άνοδο των ξενοφοβικών και ακροδεξιών κινημάτων.

Σε αυτό το κλίμα θα πρέπει να ερμηνευθούν οι δηλώσεις του Τ.Ερντογάν κατά την επιστροφή του από το Αζερμπαϊτζάν.
Ο κ.Ερντογάν ενόψει των διερευνητικών επαφών για την επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό έσπευσε να τραβήξει κόκκινη γραμμή, δηλώνοντας προκλητικά ότι «όχι μόνο δεν θα μειωθούν τα τουρκικά στρατεύματα στο νησί, αλλά θα αυξηθούν», θέση η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή ούτε καν ως αφετηρία συζήτησης για την Λευκωσία και την Αθήνα.

Με προκλητικό τρόπο ο κ.Ερντογάν κάνοντας εύκολη επίδειξη δύναμης, δήλωσε ότι δεν χρειάζεται η χώρα του Βάση στα Κατεχόμενα, όπως έχει ζητήσει το τουρκικό Επιτελείο, γιατί όπως είπε «από τα δικά μας εδάφη για να φτάσουμε εκεί, στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ζήτημα λεπτών. Για εμάς είναι κοντινή απόσταση. Αλλά για την Ελλάδα δεν είναι τόσο κοντά. Επομένως δεν έχουμε ανάγκη να φτιάξουμε μία βάση εκεί..».

Δεν απέκλεισε πάντως το ενδεχόμενο εάν χρειασθεί να φτιαχτεί και βάση στα Κατεχόμενα και επανέλαβε την γνωστή θέση για το Σχέδιο Ανάν απειλώντας ότι πλέον θα εφαρμόσει η Τουρκία την δική της συνταγή: «…η εκεί παρουσία μας είναι σημαντική. Είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε ισχυροί στο θέμα εξοπλισμού ….Δεν ακούνε, αν άκουγαν, αυτή τη στιγμή θα το είχαμε λύσει το θέμα με τον Κόφι Ανάν. Εμείς δεχτήκαμε τα πάντα στο σχέδιο Ανάν, αλλά εκείνοι το πούλησαν. Τι υποσχέθηκαν στο δημοψήφισμα και τι έκαναν; Εμείς είπαμε ναι αυτοί είπαν όχι. Εκείνους τους ενέταξαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμάς μας άφησαν έξω. Από δω και πέρα εμείς θα εφαρμόσουμε τη συνταγή που εμείς ανακοινώσαμε για εκεί».

Η απόλυτη σκλήρυνση της τουρκικής στάσης όπως διατυπώθηκε από τον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν εκδηλώνεται ενώ και ο αμερικανικός παράγοντας ελπίζει ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια νέα πρωτοβουλία στο Κυπριακό, ώστε να απορροφηθούν και εκτονωθούν εντάσεις που θα προκαλέσει το δρομολογημένο πρόγραμμα έρευνας και εκμετάλλευσης ενεργειακών πόρων στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Η Αθήνα έτσι βρίσκεται μπροστά σε μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κατάσταση στα ελληνοτουρκικά, με έναν τούρκο ηγέτη που δεν μπορεί να χαλιναγωγηθεί από Συμμάχους και Εταίρους, τουλάχιστον σε ότι αφορά τα προβλήματα στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κύπρο, που εκτοξεύει ευθείες απειλές πολέμου.

Η προσπάθεια Ελλάδας και Κύπρου για διεύρυνση και εμβάθυνση των Συνεργασιών στην περιοχή με Ισραήλ και Αίγυπτο είναι σημαντικές και είναι μια καλή αρχή. Αλλά ακόμη υπάρχει μεγάλη απόσταση να διανυθεί ώστε να μετεξελιχθούν και αναβαθμιστούν σε πραγματική συμμαχική σχέση, που θα αποτελούσε «ασπίδα» για την Ελλάδα. Και αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα.

πηγή



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top