Βασίλης Γιαννακόπουλος
Το πεδίο όπου λαµβάνονται οι πλέον σηµαντικές αποφάσεις για το µέλλον της χώρας είναι ιδιαίτερα πολυµερές και πολύπλοκο. ∆εν περιορίζεται στα όρια των Αθηνών όπου κύριοι δρώντες είναι οι πολιτικοί αρχηγοί της κυβέρνησης συνασπισµού, αλλά ούτε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς το ∆ΝΤ παραµένει ένας από τους βασικούς παίχτες, ενώ και το ενδιαφέρον από την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού δεν είναι αµελητέο.
Στην Αθήνα φαίνεται ότι επιτεύχθηκε µια πρώτη συµφωνία για τα µέτρα λιτότητας που θα ξεκλειδώσουν τη νέα δανειακή σύµβαση ύψους 130 δισ. ευρώ. στόσο, έχουν δηµιουργηθεί αµφιβολίες στο µέσο Έλληνα πολίτη για τη δυνατότητα των πολιτικών να κατανοήσουν την παρούσα κατάσταση και να διαχειρισθούν την κρίση. Αυτό διαπιστώνεται κυρίως στα τηλεοπτικά παράθυρα, όταν οι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού καλούνται να αναλύσουν τα δεδοµένα και να δικαιολογήσουν τη θέση τους υπέρ ή κατά του νέου µνηµονίου. Στις πλείστες των περιπτώσεων, τα σενάρια που παρουσιάζουν είναι δύο: «µνηµόνιο» ή «χρεοκοπία».
Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες εµφανίζονται επιφυλακτικοί για το αν η Αθήνα θα µπορέσει να λάβει γρήγορα οριστική απόφαση και πλήρη δέσµευση για την εφαρµογή των απαιτητικών µέτρων λιτότητας. ς γνωστόν, στις 20 Μαρτίου η χώρα αντιµετωπίζει την αποπληρωµή δανείων ύψους 14,4 δισ. ευρώ. Το γεγονός αυτό από µόνο του δηµιουργεί στενά χρονικά περιθώρια στη λήψη αποφάσεων και είναι δυνατόν να επιφέρει περαιτέρω σύγχυση στην εκτίµηση της κατάστασης. Επιπρόσθετα, είναι πιθανόν να επηρεάσει µερίδα των βουλευτών στη διάρκεια της ψήφισης των νέων µέτρων (περικοπές κρατικών δαπανών ίσων περίπου µε το 1,5% του ΑΕΠ, περικοπές στους µισθούς, στις συντάξεις, απολύσεις στον ευρύτερο δηµόσιο τοµέα, κατάργηση φοροελαφρύνσεων και επιδοµάτων, αύξηση της φορολογίας, κτλ), όταν το θέµα θα έρθει προς ψήφιση στη βουλή.
Είναι προφανές ότι µε τα µέτρα αυτά η τρόικα επιδιώκει βαθιές τοµές, προκειµένου να µειώσει δραστικά τόσο τις κρατικές δαπάνες όσο και το κόστος της επιχειρηµατικής δραστηριότητας. Βέβαια, το µείζον ερώτηµα είναι αν το σχέδιο αυτό λειτουργήσει ανταγωνιστικά και οδηγήσει µεσοπρόθεσµα σε νέες θέσεις εργασίας, σε χρηµατοπιστωτική σταθερότητα και σε νέες επενδύσεις ή θα οδηγήσει σε µια νέα φάση διόγκωσης των ήδη υφιστάµενων προβληµάτων.
Αρκετοί οικονοµολόγοι εκτιµούν ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι διαχειρίσιµο, παρά την επίτευξη της συµφωνίας µε τους ιδιώτες πιστωτές για την ανταλλαγή των οµολόγων (PSI), το νέο δάνειο ύψους 130 δισ. ευρώ και την πιθανή εκχώρηση από την ΕΚΤ των ελληνικών οµολόγων (40 έως 55 δισ. ευρώ), που αγόρασε χαµηλότερα από την ονοµαστική τους αξία στη δευτερογενή αγορά. Ο βασικός λόγος που οδηγούνται σε αυτό το συµπέρασµα είναι ότι «χάθηκε πολύτιµος χρόνος µε µια λάθος συνταγή». Μια συνταγή που εξακολουθεί ακόµη και σήµερα να προτείνει τις µειώσεις των κρατικών δαπανών ως φάρµακο αντιµετώπισης της ύφεσης της ελληνικής οικονοµίας. Μια συνταγή που στοχεύει στη µείωση του ελληνικού χρέους από 141% του ΑΕΠ (2012) σε 120% το 2020, αλλά απ’ ότι όλα δείχνουν οδηγεί σε περαιτέρω αύξηση της ανεργίας, σε µείωση των φορολογικών εσόδων και γενικότερα σε µεγαλύτερη συρρίκνωση της ελληνικής οικονοµίας.
Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανταπαντούν ότι τα νέα επώδυνα µέτρα είναι απαραίτητα για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την προσέλκυση των επενδυτών. Για το λόγο αυτό, επιδιώκουν να πείσουν την ελληνική κυβέρνηση ότι πρέπει να συναινέσει στις απαιτήσεις της νέας δανειακής σύµβασης. Όπως και µε τις προηγούµενες έξη δόσεις, µοχλός πίεσης στην προσπάθειά τους αυτή είναι η αδυναµία της Ελλάδας να εξοφλήσει τους η κυβέρνηση, καθότι µπορεί να οδηγήσει σε πιστωτικό γεγονός µε ανεξέλεγκτες συνέπειες.
Ωστόσο, πόσο σίγουρο είναι ότι η τρόικα θα επιτρέψει να οδηγηθεί η Ελλάδα σε επίσηµη χρεοκοπία, τη στιγµή που άλλες τέσσερις χώρες της ευρωζώνης αντιµετωπίζουν επίσης µεγάλα ελλείµµατα; ∆εν θα δηµιουργηθεί κίνδυνος για τις διεθνείς αγορές και απώλεια της εµπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών απέναντι στην ευρωζώνη; Θα είναι µικρό το κόστος για το ευρώ, όπως υποστηρίζουν οι βόρειοι εταίροι µας;
∆υστυχώς, η Ελλάδα δεν είναι µια αυτάρκης χώρα. Παράγει περίπου µόνο το 50% των προϊόντων που καταναλώνει. Το γεγονός αυτό σχεδόν απαγορεύει την έξοδο της χώρας από την ζώνη του ευρώ. Επίσης, το πολιτικό της σύστηµα δεν έχει δώσει δείγµατα που να πιστοποιούν ότι είναι ικανό να διαχειρισθεί κρίσεις ανάλογου µεγέθους. Αντίθετα, την τελευταία χρονική περίοδο κάποια πολιτικά κόµµατα παρουσιάζουν τάσεις αποσύνθεσης.
Περισσότερος χρόνος δαπανήθηκε στους υπολογισµούς και στις αναλύσεις των τελευταίων δηµοσκοπήσεων για τη δύναµη των πολιτικών κοµµάτων καθώς και για τις επερχόµενες(;) εκλογές, παρά για τον καθορισµό των διαπραγµατευτικών επιχειρηµάτων, την ανάλυση τωνεναλλακτικών επιλογών και των πιθανών σεναρίων.
Με εξαίρεση κάποιες λεπτοµέρειες, το σενάριο που εκτυλίχθητε µέχρι στιγµής σε σχέση µε το νέο µνηµόνιο για την έγκριση του δεύτερου προγράµµατος στήριξης ήταν σχεδόν αναµενόµενο. Βέβαια, άγνωστο παραµένει το αποτέλεσµα της ψήφισης των νέων µέτρων στην ελληνική βουλή, καθώς και η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας. Σε κάθε περίπτωση,το επόµενο χρονικό διάστηµα η χώρα θα κληθεί να αντιµετωπίσει µια σειρά από µείζονες προκλήσεις, οι οποίες αναµένεται να επιδεινώσουν σηµαντικά την καθηµερινότητα του Έλληνα πολίτη και σε ένα βαθµό την εσωτερική κατάσταση ασφάλειας.
Με τα νέα δεδοµένα που προέκυψαν το απόγευµα της Παρασκευής, τα τέσσερα πιθανά σενάρια είναι:
1. Η Βουλή ψηφίζει τα νέα επώδυνα µέτρα του δεύτερου προγράµµατος στήριξης.
2. Η κυβέρνηση πέφτει πριν έρθουν για ψήφιση τα νέα µέτρα.
3. Η Βουλή καταψηφίζει τα νέα επώδυνα µέτρα, οπότε:
α. Η τρόικα τροποποιεί τις απαιτήσεις της και πραγµατοποιούνται εκ νέου διαπραγµατεύσεις ή
β. Η τρόικα εµµένει στις αρχικές της θέσεις, η Ελλάδα τίθεται εκτός ευρωζώνης και προκαλεί ραγδαία πτώση του ευρώ.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου