Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ahmet Davutoglu, ισχυρίστηκε πρόσφατα, πως η «αιματηρή» σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και του στολίσκου των ακτιβιστών στα νερά της Γάζας, αποτελεί το «τουρκικό ανάλογο της 9/11». «Δεν εννοώ τον αριθμό των νεκρών, αλλά το ψυχολογικό σοκ που υπέστη ο τουρκικός λαός , όταν άμαχοι συμπατριώτες μας δολοφονήθηκαν από ξένα στρατεύματα».
Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι νεκροί Τούρκοι δεν ήταν αθώοι πολίτες, αλλά στρατευμένοι ακτιβιστές, που επιδίωξαν τη σύγκρουση. Και οι δολοφόνοι τους δεν ήταν βομβιστές αυτοκτονίας, αλλά επαγγελματίες στρατιώτες που αρχικά χρησιμοποίησαν σφαίρες μπογιάς και αναισθητικά σπρέϊ.
Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, φιλοξενεί αρκετές αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, απαραίτητες για τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, και είναι και σημαντικότατη πελάτης των αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Παραμένει όμως ακόμη, σύμμαχος των ΗΠΑ;
Αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που έχει απασχολήσει δυο διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις. Στα 8 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το μετριοπαθώς ισλαμικό κόμμα του Erdogan, η Τουρκία έχει γίνει πρότυπο «συγκεχυμένων» σχέσεων με τις ΗΠΑ. Κάποτε ήταν μια ολοκληρωτική χώρα που εξαρτάτο από τη Δύση. Σήμερα όμως είναι μια δημοκρατία, με ανθηρή οικονομία, και με μεγάλες γεωπολιτικές φιλοδοξίες. Η τεράστια δημοτικότητα του πρωθυπουργού της, του επιτρέπει να υπονομεύει την αμερικανική πολιτική στο Ιράν, να καλλιεργεί στενές σχέσεις με μουσουλμάνους δικτάτορες στο Σουδάν και στη Συρία, και να εχθρεύεται το Ισραήλ, την ίδια ώρα που συνεισφέρει στρατεύματα στη Καμμπούλ, και βασίζεται στις ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει τους Κούρδους αντάρτες.
Η Μέση Ανατολή έχει ακόμη ηγέτες όπως τον Αιγύπτιο Hosni Mubarak, που στηρίζει σιωπηρά την Αμερική και τα στρατηγικά της συμφέροντα, όμως αρνείται να εκσυγχρονίσει το απολυταρχικό του καθεστώς. Ο Erdogan εκμεταλλεύεται τη κατάσταση αυτή, προκειμένου να καταστεί ο κυρίαρχος στην περιοχή.
Όπως αναφέρει ένα από τα αμερικανικά διπλωματικά έγγραφα που διέρρευσαν, «Η Τουρκία χτίζει επάνω στον θαυμασμό των πληθυσμών της περιοχής έτσι ώστε να αναπτυχθεί οικονομικά, ενώ προτίθεται να υπερασπίσει τα συμφέροντα των λαών της Μέσης Ανατολής, προσεγγίζοντας τα ισλαμικά μη δημοκρατικά καθεστώτα…».
Έτσι, γίνεται αντιληπτός ο λόγος των καταγγελιών του Ισραήλ από πλευράς Τουρκίας. Δεν είναι μόνο το πάθος, που τις υποκινεί, αλλά και κάποιοι ιδιοτελείς υπολογισμοί.
Ο Davutoglu αποτελεί κάτι σαν «αντί-ήρωα» στα έγγραφα της WikiLeaks, που τον περιγράφουν ως «εξαιρετικά επικίνδυνο» και «χαμένο μέσα σε νέο-Οθωμανικές ισλαμικές φαντασιώσεις». Επισκεπτόμενος τη Ουάσιγκτον, λίγες μόνο ώρες μετά τη διαρροή των απόρρητων σημάτων με τις παραπάνω περιγραφές, , ο Τούρκος πολιτικός δέχθηκε τη συγγνώμη της Hillary Rodham Clinton, υποβάθμισε τις διαρροές, και έδειξε να κατανοεί τα συμπεράσματα των Αμερικανών διπλωματών. «Η Βρετανία έχει την Κοινοπολιτεία αποτελούμενη από τις πρώην αποικίες της. Γιατί να μην μπορεί και η χώρα μου να ξαναχτίσει τις σχέσεις της με τις πρώην Οθωμανικές κτήσεις στα Βαλκάνια, στη Μ. Ανατολή και στη Κεντρική Ασία;».
Η εναλλαγή συναισθημάτων των αμερικανικών αναλύσεων, όπως προκύπτουν από τα σήματα, σχετικά με τη Τουρκία, είναι εκπληκτική. Ο πρώην πρέσβης στην Άγκυρα Eric Edelman στάζει φαρμάκι για τον Erdogan χαρακτηρίζοντάς τον ως «μοναχικό με τάσεις απολυταρχισμού», ενώ ο διάδοχός του James Jeffrey συμπεραίνει πως ο Erdogan «απλά μισεί το Ισραήλ», και πως η επιθυμία του για κυριαρχία στη περιοχή δεν σημειώνει επιτυχία.
Κάποια άλλα όμως σήματα, εκφράζουν το θαυμασμό τους τόσο για τις πολιτικές ικανότητες του Τούρκου πρωθυπουργού, όσο και για το ρόλο της χώρας του στο Λίβανο, το Πακιστάν, ακόμη και στη Συρία. Όπως φαίνεται, ο Erdogan αποτελεί μια πολύ πιο ελκυστική επιλογή για ηγέτη του αραβικού κόσμου, από ότι Hassan Nasrallah της Hezbollah.
Στο φινάλε, η Τουρκία εξαρτάται άμεσα από το εμπόριο με την Ευρώπη, και από τις ξένες επενδύσεις. Έχει ανάγκη από ένα δημοκρατικό Ιράκ, και μια ΝΑΤΟϊκή επιτυχία στο Αφγανιστάν. Συνεχίζει να αναγνωρίζει το Ισραήλ. Στην ουσία, αποτελεί μια γνήσια μουσουλμανική δημοκρατία, κάτι που σημαίνει πως πολύ απλά, είναι πλέον ένας πιο δύσκολος σύμμαχος των ΗΠΑ από ότι ήταν στο παρελθόν.
Όπως ανέφερε στα εμπιστευτικά έγγραφα του προς το State Department o τότε πρέσβης James Jeffrey, « Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με μια Τουρκία η οποία θα ακολουθεί το δικό της δρόμο… η σύγχρονη φουρνιά πολιτικών ηγετών έχουν μια τάση για καταστροφική δραματοποίηση και ρητορική. Όμως δεν υπάρχει κάποιος καλύτερος στον ορίζοντα. Η Τουρκία θα παραμείνει ένα σύνθετο χαρμάνι δυτικών θεσμών, ικανοτήτων, και τάσεων, και μιας μεσανατολικής κουλτούρας και θρησκείας».
S.A.-Washington Post
ΠΗΓΗ
Βέβαια, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι νεκροί Τούρκοι δεν ήταν αθώοι πολίτες, αλλά στρατευμένοι ακτιβιστές, που επιδίωξαν τη σύγκρουση. Και οι δολοφόνοι τους δεν ήταν βομβιστές αυτοκτονίας, αλλά επαγγελματίες στρατιώτες που αρχικά χρησιμοποίησαν σφαίρες μπογιάς και αναισθητικά σπρέϊ.
Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, φιλοξενεί αρκετές αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, απαραίτητες για τις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, και είναι και σημαντικότατη πελάτης των αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Παραμένει όμως ακόμη, σύμμαχος των ΗΠΑ;
Αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα που έχει απασχολήσει δυο διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις. Στα 8 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το μετριοπαθώς ισλαμικό κόμμα του Erdogan, η Τουρκία έχει γίνει πρότυπο «συγκεχυμένων» σχέσεων με τις ΗΠΑ. Κάποτε ήταν μια ολοκληρωτική χώρα που εξαρτάτο από τη Δύση. Σήμερα όμως είναι μια δημοκρατία, με ανθηρή οικονομία, και με μεγάλες γεωπολιτικές φιλοδοξίες. Η τεράστια δημοτικότητα του πρωθυπουργού της, του επιτρέπει να υπονομεύει την αμερικανική πολιτική στο Ιράν, να καλλιεργεί στενές σχέσεις με μουσουλμάνους δικτάτορες στο Σουδάν και στη Συρία, και να εχθρεύεται το Ισραήλ, την ίδια ώρα που συνεισφέρει στρατεύματα στη Καμμπούλ, και βασίζεται στις ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει τους Κούρδους αντάρτες.
Η Μέση Ανατολή έχει ακόμη ηγέτες όπως τον Αιγύπτιο Hosni Mubarak, που στηρίζει σιωπηρά την Αμερική και τα στρατηγικά της συμφέροντα, όμως αρνείται να εκσυγχρονίσει το απολυταρχικό του καθεστώς. Ο Erdogan εκμεταλλεύεται τη κατάσταση αυτή, προκειμένου να καταστεί ο κυρίαρχος στην περιοχή.
Όπως αναφέρει ένα από τα αμερικανικά διπλωματικά έγγραφα που διέρρευσαν, «Η Τουρκία χτίζει επάνω στον θαυμασμό των πληθυσμών της περιοχής έτσι ώστε να αναπτυχθεί οικονομικά, ενώ προτίθεται να υπερασπίσει τα συμφέροντα των λαών της Μέσης Ανατολής, προσεγγίζοντας τα ισλαμικά μη δημοκρατικά καθεστώτα…».
Έτσι, γίνεται αντιληπτός ο λόγος των καταγγελιών του Ισραήλ από πλευράς Τουρκίας. Δεν είναι μόνο το πάθος, που τις υποκινεί, αλλά και κάποιοι ιδιοτελείς υπολογισμοί.
Ο Davutoglu αποτελεί κάτι σαν «αντί-ήρωα» στα έγγραφα της WikiLeaks, που τον περιγράφουν ως «εξαιρετικά επικίνδυνο» και «χαμένο μέσα σε νέο-Οθωμανικές ισλαμικές φαντασιώσεις». Επισκεπτόμενος τη Ουάσιγκτον, λίγες μόνο ώρες μετά τη διαρροή των απόρρητων σημάτων με τις παραπάνω περιγραφές, , ο Τούρκος πολιτικός δέχθηκε τη συγγνώμη της Hillary Rodham Clinton, υποβάθμισε τις διαρροές, και έδειξε να κατανοεί τα συμπεράσματα των Αμερικανών διπλωματών. «Η Βρετανία έχει την Κοινοπολιτεία αποτελούμενη από τις πρώην αποικίες της. Γιατί να μην μπορεί και η χώρα μου να ξαναχτίσει τις σχέσεις της με τις πρώην Οθωμανικές κτήσεις στα Βαλκάνια, στη Μ. Ανατολή και στη Κεντρική Ασία;».
Η εναλλαγή συναισθημάτων των αμερικανικών αναλύσεων, όπως προκύπτουν από τα σήματα, σχετικά με τη Τουρκία, είναι εκπληκτική. Ο πρώην πρέσβης στην Άγκυρα Eric Edelman στάζει φαρμάκι για τον Erdogan χαρακτηρίζοντάς τον ως «μοναχικό με τάσεις απολυταρχισμού», ενώ ο διάδοχός του James Jeffrey συμπεραίνει πως ο Erdogan «απλά μισεί το Ισραήλ», και πως η επιθυμία του για κυριαρχία στη περιοχή δεν σημειώνει επιτυχία.
Κάποια άλλα όμως σήματα, εκφράζουν το θαυμασμό τους τόσο για τις πολιτικές ικανότητες του Τούρκου πρωθυπουργού, όσο και για το ρόλο της χώρας του στο Λίβανο, το Πακιστάν, ακόμη και στη Συρία. Όπως φαίνεται, ο Erdogan αποτελεί μια πολύ πιο ελκυστική επιλογή για ηγέτη του αραβικού κόσμου, από ότι Hassan Nasrallah της Hezbollah.
Στο φινάλε, η Τουρκία εξαρτάται άμεσα από το εμπόριο με την Ευρώπη, και από τις ξένες επενδύσεις. Έχει ανάγκη από ένα δημοκρατικό Ιράκ, και μια ΝΑΤΟϊκή επιτυχία στο Αφγανιστάν. Συνεχίζει να αναγνωρίζει το Ισραήλ. Στην ουσία, αποτελεί μια γνήσια μουσουλμανική δημοκρατία, κάτι που σημαίνει πως πολύ απλά, είναι πλέον ένας πιο δύσκολος σύμμαχος των ΗΠΑ από ότι ήταν στο παρελθόν.
Όπως ανέφερε στα εμπιστευτικά έγγραφα του προς το State Department o τότε πρέσβης James Jeffrey, « Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με μια Τουρκία η οποία θα ακολουθεί το δικό της δρόμο… η σύγχρονη φουρνιά πολιτικών ηγετών έχουν μια τάση για καταστροφική δραματοποίηση και ρητορική. Όμως δεν υπάρχει κάποιος καλύτερος στον ορίζοντα. Η Τουρκία θα παραμείνει ένα σύνθετο χαρμάνι δυτικών θεσμών, ικανοτήτων, και τάσεων, και μιας μεσανατολικής κουλτούρας και θρησκείας».
S.A.-Washington Post
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου