GuidePedia

0


Λυγερός Σταύρος
«Ίσως μόνο αν τους στείλουμε 288 φέσια στη Βουλή, οι βουλευτές θα συνειδητοποιήσουν τον κίνδυνο, που απειλεί τη Θράκη» μου είχε πει απηυδισμένος πριν 32 χρόνια στην Κομοτηνή ο συνταξιούχος Κώστας Δώδος, εκφράζοντας την δική του αγωνία για το μέλλον της περιοχής. Δεν ήταν ο μόνος. Σ’ εκείνους τους καιρούς της έντασης ο χριστιανικός πληθυσμός εξέφραζε την έκδηλη ανασφάλειά του, η οποία εντεινόταν από την απουσία μίας σαφούς κι αποτελεσματικής κεντρικής πολιτικής, με σκοπό τη θωράκιση της ελληνικότητας της Θράκης.

Το μουσουλμανικό στοιχείο καθίστατο από τότε ολοένα και πιο ευάλωτο στην τουρκική προπαγάνδα και πίεση, διαπιστώνοντας καθημερινά ότι οι ελληνικές αρχές δεν έχουν ούτε τη βούληση, ούτε την αποφασιστικότητα να αναχαιτίσουν την πολλαπλή δραστηριότητα του τουρκικού προξενείου. Πρόεδρος πομάκικου χωριού, που δήλωνε Τούρκος, αλλά που είχε τολμήσει να εκφράσει ανοικτά την αντίθεσή του στις εξτρεμιστικές ενέργειες με αφορμή τα σχολικά βιβλία, αφού ξεπέρασε την αρχική επιφυλακτικότητά του, μου είχε πει τότε με θλίψη ότι η ανοχή, που επιδείκνυε το ελληνικό κράτος, δεν άφηνε κανένα περιθώριο στους μετριοπαθείς της μειονότητας να παρέμβουν κατευναστικά προς τους ομοθρήσκους τους.


Το ίδιο παράπονο μου είχε εκφράσει και μουσουλμάνος δάσκαλος στην Ξάνθη, απόφοιτος της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας της Θεσσαλονίκης, υποστηρίζοντας ότι πολλοί συνάδελφοί του υποκύπτουν στην πίεση του τουρκικού προξενείου, γιατί το φοβούνταν περισσότερο από τα ενδεχόμενα αντίποινα των ελληνικών αρχών. Ανέφερε, μάλιστα, την περίπτωση κάποιου συναδέλφου του Ιμάμ Αχμέτ, απόφοιτου της ίδιας Ακαδημίας, ο οποίος εκτός του ό,τι πρωτοστάτησε στα επεισόδια για τα βιβλία, δεν παρουσιάστηκε στην υπηρεσία του, υπερηφανευόμενος ότι πήγε στην Τουρκία να προσκυνήσει τους τάφους των Οθωμανών σουλτάνων και να αναλογισθεί τις δολοπλοκίες των Βυζαντινών! Παρά την πειθαρχική δίωξη, που του είχε ασκηθεί, το ελληνικό υπουργείο Παιδείας, στο οποίο υπηρεσιακά υπαγόταν, την πάγωσε. Πώς μετά απ’ αυτό ο Ιμάμ Αχμέτ να μη δηλώνει όπου βρεθεί ότι δεν μπορούν να τον πειράξουν, γιατί τον προστατεύει η Τουρκία;

Μέχρι το 1991, οι ελληνικές αρχές εφάρμοζαν ορισμένους περιορισμούς, σε μία προσπάθεια να κρατούν λίγο ή πολύ υπό έλεγχο την κατάσταση. Επρόκειτο για “θεραπεία ασπιρίνης”, που, βεβαίως, δεν αντιμετώπιζε το πρόβλημα στη ρίζα του. Επιπλέον, είχε αμφιλεγόμενες παρενέργειες. Ο χρηματισμός δημοσίων λειτουργών, αλλά και διαφόρων παραγόντων με πολιτική επιρροή, για τη διεκπεραίωση υποθέσεων είχε προσλάβει τεράστιες διαστάσεις, με αποτέλεσμα η εθνική ευαισθησία να εκφυλισθεί σε πηγή πλουτισμού για αρκετούς επιτήδειους.

Η διαφθορά είχε δηλητηριάσει το κλίμα. Το αποτέλεσμα ήταν η επικράτηση μία διάχυτης δυσπιστίας, η οποία αφενός παρεμπόδιζε την άσκηση αποτελεσματικής πολιτικής απ’ αυτούς που προσπαθούσαν να συγκρατήσουν όσο μπορούσαν την κατάσταση στο “θρακικό ναρκοπέδιο”, αφετέρου τροφοδοτούσε αλληλοκατηγορίες μεταξύ των χριστιανών για παιχνίδια υπέρ της Τουρκίας.
Απουσία εθνικής στρατηγικής

Από τις 14 Μαΐου 1991, που ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Μητσοτάκης σωστά εξήγγειλε την κατάργηση των μέχρι τότε αναποτελεσματικών περιορισμών, το πρόβλημα οξύνθηκε. Η τουρκική προπαγάνδα καλλιεργούσε με επιτυχία την εντύπωση στους κόλπους της μειονότητας ότι η Αθήνα έκανε τη συγκεκριμένη κίνηση, πιεζόμενη από την Άγκυρα. Αντί, λοιπόν, εκείνο το άνοιγμα να αμβλύνει το κλίμα, βραχυπρόθεσμα έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα. Η πόλωση μεταξύ των δύο σύνοικων στοιχείων της Θράκης κλιμακώθηκε.

Είναι χαρακτηριστικό ότι όχι μόνο ο Αχμέτ Σαδίκ, αλλά και όλοι όσοι είχαν πρωτοστατήσει σε επεισόδια, διαπράττοντας ποινικά κολάσιμες πράξεις, είχαν μείνει ατιμώρητοι. Είναι κοινό μυστικό ότι οι ποινές, που κατά καιρούς είχαν επιβληθεί, είχαν πάντα ανασταλτικό χαρακτήρα. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι υποθέσεις αυτές δεν έφθασαν ποτέ στο εφετείο. Δεν ήταν περίεργο, λοιπόν, που οι υπεύθυνοι για τα επεισόδια στο πομάκικο χωριό Μύκη, όταν καταδικάσθηκαν σε ποινή 17 μηνών και αφέθηκαν ελεύθεροι, όχι μόνο το έπαιζαν ήρωες, αλλά και προέβαιναν σε ειρωνικά σχόλια.

Σ’ εκείνες τις ημέρες της έντασης, αρμόδιοι και αναρμόδιοι συμφωνούσαν ότι οι παραχωρήσεις προς τη μουσουλμανική μειονότητα δεν θα έλυνε το πρόβλημα της υποφώσκουσας έντασης. Όπως χαρακτηριστικά μου είχε τότε αναφέρει μουσουλμάνος, που το όνομά του βρισκόταν στη “μαύρη λίστα” του τουρκικού προξενείου, «εκεί που έχουν φθάσει τα πράγματα, μόνο εάν υψωθεί η τουρκική σημαία στη Θράκη θα ικανοποιηθεί ο Σαδίκ και η πλειοψηφία που πια τον ακολουθεί»!
“288 φέσια στη Βουλή”…

Στην πραγματικότητα, υπήρχαν και τότε και τώρα περιθώρια για άσκηση πολιτικών που θα εξουδετέρωναν τις αυτονομιστικές τάσεις των τουρκοφρόνων στη Θράκη. Δυστυχώς, όμως, οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις –άλλη περισσότερο και άλλη λιγότερο– απέφυγαν να επεξεργαστούν μία εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση του προβλήματος, την οποία σε γενικές γραμμές να αποδέχεται όλο το πολιτικό σύστημα, οπότε και να εφαρμόζεται ανεξαρτήτως ποιο κόμμα ασκεί κάθε φορά την εξουσία.

Αντ’ αυτού, μεταπολεμικά ελληνικές κυβερνήσεις διέπραξαν εγκληματικά σφάλματα, τα οποία, βεβαίως, εκμεταλλεύθηκε η Άγκυρα για να προωθήσει τη δική της στρατηγική στη Θράκη, μετατρέποντας σε σημαντικό βαθμό τη μουσουλμανική μειονότητα σε “στρατηγική μειονότητα”. Για αυτό και θυμάμαι το παράπονο του συνταξιούχου δασκάλου “μόνο αν τους στείλουμε 288 φέσια στη Βουλή”…

Επιπλέον, το πολιτικό κενό που άφησε το κεντρικό πολιτικό σύστημα εκμεταλλεύθηκαν διάφοροι τοπικοί παράγοντες για να παίξουν τα δικά τους ιδιοτελή προσωπικά ή μικροκομματικά παιχνίδια με τις μουσουλμανικές ψήφους. Γι’ αυτό, όμως, θα μιλήσουμε στο επόμενο άρθρο του αφιερώματος.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top