Του Νίκου Μελέτη
Ανατροπή ισορροπιών που διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια στην ευρύτερη περιοχή και σοβαρές προκλήσεις ασφαλείας δημιουργεί η κλιμακούμενη κρίση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις που δεν περιορίζεται μόνο στο θέμα του αποκλεισμού της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35 αλλά έχει να κάνει και με την εδραιούμενη αντίληψη στο πολιτικό, στρατιωτικό και διπλωματικό κατεστημένο της Ουάσιγκτον ότι η Τουρκία με την ηγεσία του Ταγίπ Ερντογάν, τραβάει διαχωριστική γραμμή με την Δύση.
Η επιμονή του Τ. Ερντογαν να φθάσει μέχρι τέλους την υπόθεση των S-400 ελπίζοντας ότι θα κερδίσει το chicken game με το κατεστημένο της Ουάσιγκτον στηρίχθηκε στην λάθος εκτίμηση ότι η προσωπική «γοητεία» που θεωρεί ότι ασκεί στον Ντ. Τραμπ ,θα έκαναν τις ΗΠΑ να αποδεχθούν τις «παραξενιές» του και τα προσωπικά παιγνίδια στρατηγικής με την ειδική σχέση με τους δυο περισσότερο ίσως δαιμονοποιημένους αντιπάλους των ΗΠΑ ,την Ρωσία και το Ιράν.
Ο κ.Ερντογάν πλέον προχωρά όλο και πιο βαθιά στην σχέση εξάρτησης την οποία έκτισε με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν κυρίως μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016 και κάθε άλλο παρά φροντίζει να διαγράψει τα συνωμοσιολογικά σενάρια που και ο ίδιος καλλιέργησε ότι πίσω από το αποτυχημένο πραξικόπημα ήταν οι ΗΠΑ και η Δύση.
Έκτοτε, ο φόβος ότι οι Αμερικανοί θα επιχειρήσουν είτε με όπλο την οικονομία, είτε τους εξοπλισμούς είτε με την ενίσχυση των Κούρδων αλλά και με την στήριξη τριμερών συνεργασιών όπως αυτή της Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ ,να επιχειρήσουν να χειραγωγήσουν τον ίδιο και την ηγεσία του, την στιγμή που ο ίδιος δεν κρύβει ότι επιδιώκει έστω και με τίμημα τις δημοκρατικές αρχές και τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου, να μετατρέψει την Τουρκία σε Περιφερειακή Δύναμη που θα «κοιτάζει στα μάτια» δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, η Ε.Ε κ.α., σφράγισε την πορεία της Τουρκίας.
Τόσο ο Λευκός Οίκος στην ανακοίνωση του το βράδυ της Τετάρτης που γνωστοποιούσε χωρίς μισόλογα την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F35 όσο και η ανακοίνωση του Τουρκικού ΥΠΕΞ που ζητούσε από την Ουάσιγκτον να «διορθώσει το λάθος της» αναφέρονται στα προβλήματα που δημιουργεί η απόφαση για τα F35 και η προμήθεια των S400 στην διαλειτουργικότητα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ από τη μια και στην πληγή που ανοίγει στην στρατηγική σχέση αλλά και στην συμμαχική σχέση των δυο χωρών, από την άλλη.
Ο Ντ. Τραμπ τώρα αφού δεν μπόρεσε όπως θα ήθελε και πιθανόν είχε υποσχεθεί στον Τ. Ερντογάν στην Οσάκα να εμποδίσει την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F35,θα δώσει την μάχη τώρα να καθυστερήσει την επιβολή κυρώσεων στην Toυρκία όπως ζητά η Γερουσία και όπως προβλέπει η νoμοθεσία CAATSA.
Αυτό όμως θα πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο το αντιτουρκικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην Ουάσιγκτον στο Στειτ Ντιπάρτμεντ στο Πεντάγωνο αλλά και στα δυο νομοθετικά Σώματα, ενώ θα ενθαρρύνει ακόμη περισσότερο τον κ. Ερντογάν να συνεχίσει την εντελώς προσωπική στρατηγική του.
Ο Τ. Ερντογάν θα επιχειρήσει να δοκιμάζει τις αντοχές του συστήματος στις ΗΠΑ, καθώς θα θελήσει να εκμεταλλευθεί την κατάσταση και να εξασφαλίσει από τον Πούτιν το πράσινο φως για να «καθαρίσει» την Βόρειο Συρία από τους Κούρδους που θεωρεί παράρτημα του PKK. Οι Κούρδοι αυτοί βεβαίως τυχαίνει να είναι οι μοναδικοί σύμμαχοι των Αμερικανών στην περιοχή…
Σε αυτό το δύσκολο παζλ η πιο μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα είναι αφενός η αποφυγή μιας στρατιωτικής κρίσης ,που θα έθετε σε δοκιμασία τις Ένοπλες Δυνάμεις μετά από μια δεκαετή σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση και συγχρόνως θα άνοιγε την όρεξη για να συρθούν σε διαπραγμάτευση οι δυο χώρες επί των μονομερών αξιώσεων της Τουρκίας.
Επίσης στην Κύπρο ο στόχος παραμένει η ομαλή και αταλάντευτη συνέχιση του ενεργειακού προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας , το οποίο θέλει να εκτρέψει η Τουρκία με απώτερο στόχο είτε δια της ισχύος είτε μέσω μια νόθας λύσης του κυπριακού να αποκτήσει πρόσβαση μέσω των Τουρκοκυπρίων στους φυσικούς πόρους του νησιού.
Για την Αθήνα και αυτό έχει αναδειχθεί όλο το τελευταίο διάστημα και κυρίως μετά την έναρξη του Στρατηγικού Διαλόγου με τις ΗΠΑ τον περασμένο Δεκέμβριο (που πρέπει να αναφερθεί ότι δρομολογήθηκε από τον Ν. Κοτζιά), και επιβεβαιώθηκε και στις συνομιλίες που είχε ο Ν. Δένδιας στην Ουάσιγκτον με τον ΥΠΕΞ Μ. Πομπέο και τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας Τ. Μπόλτον.
Ο κ. Δένδιας ορθά έθεσε το ζήτημα της παροχής καθαρής στήριξης των ΗΠΑ έναντι της τουρκικής επιθετικότητας, καθώς η Στρατηγική Συνεργασία και η παραδοχή από την ίδια την αμερικανική ηγεσία του ρόλου της Ελλάδας ως πυλώνα της σταθερότητας στην περιοχή ,απαιτεί και την κοινή αντίληψη και κοινή αντιμετώπιση και των απειλών ασφάλειας. Και η σημαντικότερη τέτοια απειλή για την σταθερότητα στην περιοχή, προέρχεται από την Τουρκία.
Βεβαίως η απάντηση του κ. Πομπέο ήταν μάλλον εκείνη των παλιών πολιτευτών: σημείωσε το αίτημα και επιφυλάχθηκε να απαντήσει». Όμως χωρίς αυταπάτες για το πόσο μακριά μπορεί να φθάσει αυτή η αμερικανική στήριξη, τουλάχιστον σε επίπεδο Αποτροπής οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να συμβάλλουν σε μια χαλιναγώγηση της επιθετικότητας της Τουρκίας. Και αυτό πρέπει να επιδιωχθεί συντονισμένα από την Αθήνα
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου