Η όδευση του East-Med Φωτογραφία: Φιλελεύθερος.
Του δρα ΘEΟΔΩΡΟΥ ΤΣΑΚΙΡΗ
Η τελική συμφωνία επί του κειμένου της τετραμερούς διακυβερνητικής συμφωνίας αναφορικά με την κατασκευή του East Med Gas Pipeline (EMGP) που επιτεύχθηκε στην Μπερ Σεβά, στο Ισραήλ, στις 20 Δεκεμβρίου 2018 αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο στην πορεία ωρίμανσης ενός έργου που όταν πρωτοδιατυπώθηκε το 2011 έμοιαζε περισσότερο με σενάριο επιστημονικής φαντασίας παρά με μία δυνητικά υλοποιήσιμη υποδομή μεταφοράς φυσικού αερίου.
Η συμφωνία των τεσσάρων άμεσα εμπλεκόμενων κυβερνήσεων ενισχύθηκε από την παρουσία στην Μπερ Σεβά του Αμερικανού πρέσβη στο Ισραήλ, κ. Φρίντμαν, ο οποίος και εξήρε τη σημασία του EMGP για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Ενδεχόμενη υλοποίηση αυτού του αγωγού εξυπηρετεί άλλωστε τη βασική στρατηγική επιδίωξη των ΗΠΑ να μειώσουν την εξάρτηση της Ε.Ε. από τις ρωσικές εξαγωγές αερίου και για αυτόν ακριβώς τον λόγο δημοσίως το υποστήριξαν. Ο EMGP συνάδει απολύτως με τους δύο κεφαλαιώδεις στόχους της ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής ασφάλειας. Μεταφέρει αέριο από μη ρωσικές πηγές παραγωγής και μέσω οδεύσεων που παρακάμπτουν ταυτόχρονα και τη Ρωσία και την Ουκρανία αλλά και την Τουρκία, η αξιοπιστία του διαμετακομιστικού ρόλου της οποίας πλέον αμφισβητείται ανοικτά στις Βρυξέλλες.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα αποτελέσει μεγάλη έκπληξη αν η συμφωνία τελικά δεν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οποία πρέπει να υποβληθεί πριν υπογραφεί από τα συμβαλλόμενα κράτη έτσι ώστε να διασφαλισθεί η συμβατότητά της με το ενεργειακό δίκαιο ανταγωνισμού. Οι δυνητικοί όγκοι αερίου που θα μεταφερθούν από το έργο αυτό είναι τόσο σημαντικοί –υπολογιζόμενοι μεταξύ 10-20 ΔΚΜ έως το 2040– ώστε να επιβάλλουν την ενασχόληση της Επιτροπής a priori διευκολύνοντας έτσι την πιθανή του χρηματοδότηση τόσο από κοινοτικά προγράμματα επιχορηγήσεων όπως το Connect Europe Facility (CEF) όσο και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ). Συνδυαστικά το CEF και η ΕΤΕ μπορούν να καλύψουν έως και το 50% της συνολικής δαπάνης κατασκευής.
Η ενσωμάτωση της Ιταλίας ως χώρα προώθησης του East Med το 2017 και το προσωπικό ενδιαφέρον του Επιτρόπου Ενέργειας, Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, διασφάλισαν την περαιτέρω χρηματοδότηση του έργου με 34,5 εκατομμύρια ευρώ για την ολοκλήρωση της βασικής μελέτης σκοπιμότητας (FEED: Front End Engineering & Design). Η μελέτη αυτή που θα συμπεριλαμβάνει λεπτομερή βαθυμετρικά στοιχεία καταγράφοντας την ακριβή δυνητική όδευση του αγωγού θα μας δώσει μια σαφέστερη εικόνα του πιθανού κόστους του έργου που αναμένεται να ξεπεράσει τα $7 δισ. Ωστόσο, εάν κάποιος προσθέσει στο κόστος του υποθαλάσσιου αγωγού το χερσαίο δίκτυο από την Πελοπόννησο έως την Ηγουμενίτσα απ’ όπου θα ξεκινήσει ο υποθαλάσσιος ελληνοϊταλικός αγωγός «ΠΟΣΕΙΔΩΝ» για να φτάσει τελικά στη Νότια Ιταλία, τότε το συνολικό κόστος του έργου είναι πιθανόν να ξεπεράσει και τα $12 δισ.
Αυτό συνεπάγεται ότι το «Δίκτυο της Λεβαντίνης» θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ακριβότερο συγκριτικά μ’ ένα διπλό τερματικό υγροποίησης στην Κύπρο. Συνεπώς, ίσως να μην αποτελέσει τη βέλτιστη εμπορική επιλογή για τους εξαγωγείς φυσικού αερίου της περιοχής εκτός εάν επιδοτηθεί σημαντικό τμήμα του κόστους κατασκευής του έργου από «θεσμικούς» επενδυτές και δημόσιους χρηματοδοτικούς οργανισμούς από την Ε.Ε. και δευτερευόντως από τις ΗΠΑ.
Παραμένουν βεβαίως επιπρόσθετες σημαντικές παράμετροι γεωπολιτικού και οικονομικού ρίσκου που πρέπει να συνεκτιμηθούν. Η αντίδραση της Τουρκίας αναμένεται να είναι ιδιαιτέρως έντονη ιδίως εν τη απουσία προοπτικής μιας βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό, ενώ η απουσία οριοθετημένης υφαλοκρηπίδας Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου αποδυναμώνει περαιτέρω από γεωπολιτική άποψη το έργο.
Ίσως η 4μερής να πρέπει να γίνει 5μερής, να συμπεριλάβει δηλαδή και την Αίγυπτο, προκειμένου να μειωθούν περαιτέρω οι γεωπολιτικοί δείκτες ρίσκου ενός τόσο κοστοβόρου και κατασκευαστικά δυσχερούς έργου. Για να γίνει ο αγωγός τα συμβαλλόμενα κράτη πρέπει να διαθέτουν τόσο τα στρατιωτικά μέσα (που τα διαθέτουν) όσο και την πολιτική βούληση προστασίας του έργου σε όλες τις φάσεις υλοποίησής του και ιδίως στη φάση της κατασκευής.
Για την αντιμετώπιση της τουρκικής αντίδρασης θα χρειαστεί η συγκρότηση μιας μικρής στρατιωτικής συμμαχίας για την προστασία του αγωγού. Είναι ασαφές κατά πόσο κάτι τέτοιο θα προβλέπεται στο δεσμευτικό κείμενο της Διακυβερνητικής όταν αυτό αποκαλυφθεί στην Κρήτη τον επόμενο μήνα. Ίσως απαιτηθεί η συνδυαστική αποτρεπτική ισχύς του ελληνικού (και ενδεχομένως του αιγυπτιακού) πολεμικού ναυτικού όπως και της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας έτσι ώστε να κατασκευασθεί ο αγωγός με ασφάλεια.
Εάν τελικά κατασκευαστεί ο EMGP θα αποτελέσει τον μεγαλύτερο αγωγό του κόσμου που θα λειτουργεί σε βάθη κοντά και πέραν των 3 χλμ, αλλά το σημαντικότερο προβληματικό του σημείο εντοπίζεται στην αιτιολογημένη απροθυμία τόσο του Ισραήλ όσο και της Κύπρου να αντιμετωπίσουν το έργο ως την υπ’ αριθμόν ένα άμεση προτεραιότητά τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ως αναμενόμενη ημερομηνία υλοποίησης του έργου είναι το 2025. Γιατί; Γιατί πολύ απλά μόνο τότε θα έχει το Ισραήλ αέριο από τη β’ φάση παραγωγής του πεδίου Λεβιάθαν για να το δεσμεύσει υπέρ του EMGP.
Τα υφιστάμενα υπό παραγωγή πεδία από τα οποία με βάση την ισχύουσα ισραηλινή νομοθεσία μπορεί να εξαχθεί αέριο, δηλαδή η πρώτη φάση παραγωγής του Λεβιάθαν και η δεύτερη φάση παραγωγής του Ταμάρ, έχουν ήδη δεσμευθεί προς εξαγωγή στα τερματικά της Αιγύπτου για όσο χρόνο φυσικά η επιλογή ενός ισραηλινοτουρκικού αγωγού παραμένει κλειστή για το Τελ Αβίβ. Ακόμη και το 2025 οι τότε διαθέσιμες από το Ισραήλ ποσότητες δεν θα επαρκούν για να καλύψουν και τα 20 ΔΚΜ/Ε, δηλαδή τη συνολική δυναμικότητα του EMGP. Θα είναι απαραίτητες ποσότητες και από την Κύπρο και ενδεχομένως από την Αίγυπτο ώστε να αυξηθεί η «bankability» του έργου.
EMGP ή Ίνκτου το δίλημμα
Ούτε η Κύπρος διαθέτει αυτή τη στιγμή επαρκείς ποσότητες για να στηρίξει από μόνη της τον EMGP, καθότι η παραγωγή του δικού της αερίου από το κοίτασμα Αφροδίτη, που στην καλύτερη περίπτωση θα ξεκινήσει στα τέλη του 2022, μπορεί να δώσει μόλις 7ΔΚΜ/Ε από τα 20 ΔΚΜ/Ε που απαιτούνται για την «άνετη» χρηματοδότηση του EMGP. Eάν η Λευκωσία δέσμευε την Αφροδίτη για τον East Med θα έχανε την πολύ πιο άμεση, εύκολη και προσοδοφόρα επιλογή του να κατασκευάσει έναν αγωγό προς το αιγυπτιακό τερματικό του Ίνκτου και να υγροποιήσει εκεί το αέριό της προς εξαγωγή.
Αυτό θα της έφερνε εισοδήματα μέσα στο 2023 και είναι κάτι που μπορεί να το κάνει σχεδόν από μόνη της, με το ρίσκο μιας τουρκικής αντίδρασης να είναι πολύ πιο περιορισμένο συγκριτικά με την προοπτική κατασκευής του East Med. Ο EMGP θα αρχίσει στην καλύτερη περίπτωση να δίνει στην Κύπρο μικρότερα έσοδα και μάλιστα 2-3 χρόνια μετά την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση του τερματικού υγροποίησης στο Ίνκτου.
Είμαστε ακόμη στην αρχή μιας μακράς πορείας, μίας Οδύσσειας αλλά τουλάχιστον τον ερχόμενο Φεβρουάριο ας ελπίσουμε ότι θα ξεκινήσει το καράβι τον δρόμο του προς την Ιθάκη…
*Επίκουρος Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας και Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων ΔΗ.ΚΟ.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Του δρα ΘEΟΔΩΡΟΥ ΤΣΑΚΙΡΗ
Η τελική συμφωνία επί του κειμένου της τετραμερούς διακυβερνητικής συμφωνίας αναφορικά με την κατασκευή του East Med Gas Pipeline (EMGP) που επιτεύχθηκε στην Μπερ Σεβά, στο Ισραήλ, στις 20 Δεκεμβρίου 2018 αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο στην πορεία ωρίμανσης ενός έργου που όταν πρωτοδιατυπώθηκε το 2011 έμοιαζε περισσότερο με σενάριο επιστημονικής φαντασίας παρά με μία δυνητικά υλοποιήσιμη υποδομή μεταφοράς φυσικού αερίου.
Η συμφωνία των τεσσάρων άμεσα εμπλεκόμενων κυβερνήσεων ενισχύθηκε από την παρουσία στην Μπερ Σεβά του Αμερικανού πρέσβη στο Ισραήλ, κ. Φρίντμαν, ο οποίος και εξήρε τη σημασία του EMGP για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
Ενδεχόμενη υλοποίηση αυτού του αγωγού εξυπηρετεί άλλωστε τη βασική στρατηγική επιδίωξη των ΗΠΑ να μειώσουν την εξάρτηση της Ε.Ε. από τις ρωσικές εξαγωγές αερίου και για αυτόν ακριβώς τον λόγο δημοσίως το υποστήριξαν. Ο EMGP συνάδει απολύτως με τους δύο κεφαλαιώδεις στόχους της ευρωπαϊκής ενεργειακής στρατηγικής ασφάλειας. Μεταφέρει αέριο από μη ρωσικές πηγές παραγωγής και μέσω οδεύσεων που παρακάμπτουν ταυτόχρονα και τη Ρωσία και την Ουκρανία αλλά και την Τουρκία, η αξιοπιστία του διαμετακομιστικού ρόλου της οποίας πλέον αμφισβητείται ανοικτά στις Βρυξέλλες.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα αποτελέσει μεγάλη έκπληξη αν η συμφωνία τελικά δεν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οποία πρέπει να υποβληθεί πριν υπογραφεί από τα συμβαλλόμενα κράτη έτσι ώστε να διασφαλισθεί η συμβατότητά της με το ενεργειακό δίκαιο ανταγωνισμού. Οι δυνητικοί όγκοι αερίου που θα μεταφερθούν από το έργο αυτό είναι τόσο σημαντικοί –υπολογιζόμενοι μεταξύ 10-20 ΔΚΜ έως το 2040– ώστε να επιβάλλουν την ενασχόληση της Επιτροπής a priori διευκολύνοντας έτσι την πιθανή του χρηματοδότηση τόσο από κοινοτικά προγράμματα επιχορηγήσεων όπως το Connect Europe Facility (CEF) όσο και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ). Συνδυαστικά το CEF και η ΕΤΕ μπορούν να καλύψουν έως και το 50% της συνολικής δαπάνης κατασκευής.
Η ενσωμάτωση της Ιταλίας ως χώρα προώθησης του East Med το 2017 και το προσωπικό ενδιαφέρον του Επιτρόπου Ενέργειας, Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, διασφάλισαν την περαιτέρω χρηματοδότηση του έργου με 34,5 εκατομμύρια ευρώ για την ολοκλήρωση της βασικής μελέτης σκοπιμότητας (FEED: Front End Engineering & Design). Η μελέτη αυτή που θα συμπεριλαμβάνει λεπτομερή βαθυμετρικά στοιχεία καταγράφοντας την ακριβή δυνητική όδευση του αγωγού θα μας δώσει μια σαφέστερη εικόνα του πιθανού κόστους του έργου που αναμένεται να ξεπεράσει τα $7 δισ. Ωστόσο, εάν κάποιος προσθέσει στο κόστος του υποθαλάσσιου αγωγού το χερσαίο δίκτυο από την Πελοπόννησο έως την Ηγουμενίτσα απ’ όπου θα ξεκινήσει ο υποθαλάσσιος ελληνοϊταλικός αγωγός «ΠΟΣΕΙΔΩΝ» για να φτάσει τελικά στη Νότια Ιταλία, τότε το συνολικό κόστος του έργου είναι πιθανόν να ξεπεράσει και τα $12 δισ.
Αυτό συνεπάγεται ότι το «Δίκτυο της Λεβαντίνης» θα είναι κατά πάσα πιθανότητα ακριβότερο συγκριτικά μ’ ένα διπλό τερματικό υγροποίησης στην Κύπρο. Συνεπώς, ίσως να μην αποτελέσει τη βέλτιστη εμπορική επιλογή για τους εξαγωγείς φυσικού αερίου της περιοχής εκτός εάν επιδοτηθεί σημαντικό τμήμα του κόστους κατασκευής του έργου από «θεσμικούς» επενδυτές και δημόσιους χρηματοδοτικούς οργανισμούς από την Ε.Ε. και δευτερευόντως από τις ΗΠΑ.
Παραμένουν βεβαίως επιπρόσθετες σημαντικές παράμετροι γεωπολιτικού και οικονομικού ρίσκου που πρέπει να συνεκτιμηθούν. Η αντίδραση της Τουρκίας αναμένεται να είναι ιδιαιτέρως έντονη ιδίως εν τη απουσία προοπτικής μιας βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό, ενώ η απουσία οριοθετημένης υφαλοκρηπίδας Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου αποδυναμώνει περαιτέρω από γεωπολιτική άποψη το έργο.
Ίσως η 4μερής να πρέπει να γίνει 5μερής, να συμπεριλάβει δηλαδή και την Αίγυπτο, προκειμένου να μειωθούν περαιτέρω οι γεωπολιτικοί δείκτες ρίσκου ενός τόσο κοστοβόρου και κατασκευαστικά δυσχερούς έργου. Για να γίνει ο αγωγός τα συμβαλλόμενα κράτη πρέπει να διαθέτουν τόσο τα στρατιωτικά μέσα (που τα διαθέτουν) όσο και την πολιτική βούληση προστασίας του έργου σε όλες τις φάσεις υλοποίησής του και ιδίως στη φάση της κατασκευής.
Για την αντιμετώπιση της τουρκικής αντίδρασης θα χρειαστεί η συγκρότηση μιας μικρής στρατιωτικής συμμαχίας για την προστασία του αγωγού. Είναι ασαφές κατά πόσο κάτι τέτοιο θα προβλέπεται στο δεσμευτικό κείμενο της Διακυβερνητικής όταν αυτό αποκαλυφθεί στην Κρήτη τον επόμενο μήνα. Ίσως απαιτηθεί η συνδυαστική αποτρεπτική ισχύς του ελληνικού (και ενδεχομένως του αιγυπτιακού) πολεμικού ναυτικού όπως και της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας έτσι ώστε να κατασκευασθεί ο αγωγός με ασφάλεια.
Εάν τελικά κατασκευαστεί ο EMGP θα αποτελέσει τον μεγαλύτερο αγωγό του κόσμου που θα λειτουργεί σε βάθη κοντά και πέραν των 3 χλμ, αλλά το σημαντικότερο προβληματικό του σημείο εντοπίζεται στην αιτιολογημένη απροθυμία τόσο του Ισραήλ όσο και της Κύπρου να αντιμετωπίσουν το έργο ως την υπ’ αριθμόν ένα άμεση προτεραιότητά τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ως αναμενόμενη ημερομηνία υλοποίησης του έργου είναι το 2025. Γιατί; Γιατί πολύ απλά μόνο τότε θα έχει το Ισραήλ αέριο από τη β’ φάση παραγωγής του πεδίου Λεβιάθαν για να το δεσμεύσει υπέρ του EMGP.
Τα υφιστάμενα υπό παραγωγή πεδία από τα οποία με βάση την ισχύουσα ισραηλινή νομοθεσία μπορεί να εξαχθεί αέριο, δηλαδή η πρώτη φάση παραγωγής του Λεβιάθαν και η δεύτερη φάση παραγωγής του Ταμάρ, έχουν ήδη δεσμευθεί προς εξαγωγή στα τερματικά της Αιγύπτου για όσο χρόνο φυσικά η επιλογή ενός ισραηλινοτουρκικού αγωγού παραμένει κλειστή για το Τελ Αβίβ. Ακόμη και το 2025 οι τότε διαθέσιμες από το Ισραήλ ποσότητες δεν θα επαρκούν για να καλύψουν και τα 20 ΔΚΜ/Ε, δηλαδή τη συνολική δυναμικότητα του EMGP. Θα είναι απαραίτητες ποσότητες και από την Κύπρο και ενδεχομένως από την Αίγυπτο ώστε να αυξηθεί η «bankability» του έργου.
EMGP ή Ίνκτου το δίλημμα
Ούτε η Κύπρος διαθέτει αυτή τη στιγμή επαρκείς ποσότητες για να στηρίξει από μόνη της τον EMGP, καθότι η παραγωγή του δικού της αερίου από το κοίτασμα Αφροδίτη, που στην καλύτερη περίπτωση θα ξεκινήσει στα τέλη του 2022, μπορεί να δώσει μόλις 7ΔΚΜ/Ε από τα 20 ΔΚΜ/Ε που απαιτούνται για την «άνετη» χρηματοδότηση του EMGP. Eάν η Λευκωσία δέσμευε την Αφροδίτη για τον East Med θα έχανε την πολύ πιο άμεση, εύκολη και προσοδοφόρα επιλογή του να κατασκευάσει έναν αγωγό προς το αιγυπτιακό τερματικό του Ίνκτου και να υγροποιήσει εκεί το αέριό της προς εξαγωγή.
Αυτό θα της έφερνε εισοδήματα μέσα στο 2023 και είναι κάτι που μπορεί να το κάνει σχεδόν από μόνη της, με το ρίσκο μιας τουρκικής αντίδρασης να είναι πολύ πιο περιορισμένο συγκριτικά με την προοπτική κατασκευής του East Med. Ο EMGP θα αρχίσει στην καλύτερη περίπτωση να δίνει στην Κύπρο μικρότερα έσοδα και μάλιστα 2-3 χρόνια μετά την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση του τερματικού υγροποίησης στο Ίνκτου.
Είμαστε ακόμη στην αρχή μιας μακράς πορείας, μίας Οδύσσειας αλλά τουλάχιστον τον ερχόμενο Φεβρουάριο ας ελπίσουμε ότι θα ξεκινήσει το καράβι τον δρόμο του προς την Ιθάκη…
*Επίκουρος Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας και Γραμματέας Διεθνών Σχέσεων ΔΗ.ΚΟ.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου