GuidePedia

0

Δρ. Ιωάννης Παρίσης

Το στρατηγικό περιβάλλον της μεσογειακής περιοχής διαμορφώνεται κατ’ αρχήν από τις πολιτικές, τα συμφέροντα, τις δράσεις και τις συνεργασίες ή τις αντιπαραθέσεις των κρατών που την περιβάλλουν. Ουσιαστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EE) στη βόρεια ακτή και του αραβικού κόσμου στη νότια. Επιπλέον, το περιβάλλον αυτό επηρεάζεται από τις πολιτικές, τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είναι παρούσες στη μεσογειακή περιοχή.
Ευρισκόμενη στο κέντρο ενός σχετικά ασταθούς περιφερειακού πλαισίου, η Μεσόγειος διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη μορφή του γεωστρατηγικού περιβάλλοντος ολόκληρης της Ευρώπης, της Βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και ευρύτερα. Το περιβάλλον αυτό επηρεάζεται από τις πολιτικές, τις φιλοδοξίες και τα συμφέροντα των μεγάλων παγκόσμιων παικτών που είναι παρόντες ή παρεμβαίνουν στην περιοχή. Επίσης, δεδομένου ότι η Μεσόγειος ενώνει έναν μεγάλο αριθμό χωρών, μέσα από τρία σημαντικά στρατηγικά σημεία πρόσβασης –Γιβραλτάρ, Βόσπορος-Δαρδανέλλια και Σουέζ–, παρέχει στους τρομοκράτες και στους διακινητές ανθρώπων, ναρκωτικών και όπλων εύκολη πρόσβαση στις μεγάλες και δύσκολα ελεγχόμενες ακτές της.
Ίσως κανένα άλλο μέρος του κόσμου δεν εξηγεί με καλύτερο τρόπο τα συμπτώματα αστάθειας που προέκυψαν μετά την περίοδο του διπολισμού από ό,τι η Μεσόγειος, με τα προβλήματα ασφάλειας να καθίστανται όλο και περισσότερο εμφανή. Οι αναλυτές, στη μεταψυχροπολεμική εποχή, οδηγούνταν αβίαστα στη διαπίστωση ότι η Μεσόγειος συνιστά μια περιοχή στρατηγικής και κοινωνικο-οικονομικής αστάθειας, με ποικίλες μορφές πολιτικών θεσμών, βίαιες θρησκευτικές και πολιτιστικές συγκρούσεις, διαφορετικό τρόπο αντίληψης των θεμάτων της ασφάλειας και του διεθνούς συστήματος.
Είναι προφανές ότι πολλοί παράγοντες επιδρούν στη διαμόρφωση του μεσογεικού όπως η μορφολογία του χώρου, οι κλιματολογικές συνθήκες, η γειτνίαση με άλλους κρατικούς δρώντες, οι πρώτες ύλες και οι ενεργειακές πηγές, οι οικονομικές συνθήκες, ο πληθυσμός και η δημογραφική κατάσταση, η τεχνολογία, η στρατιωτική ισχύς, προκειμένου να καταστεί δυνατή η κατανόηση της διεθνούς κατάστασης και η θέση των κρατών σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον. Ενδιαφέρον παρουσιάζει εν προκειμένω η προσέγγιση του στρατηγικού περιβάλλοντος της Μεσογείου από την άποψη της γεωπολιτικής ανάλυσης, με δεδομένο ότι τα ιστορικά στοιχεία της μεσογειακής γεωπολιτικής, θα μπορούσαν να καθοδηγήσουν τις σύγχρονες γεωπολιτικές προσεγγίσεις.
Ένα από τα πρόσωπα που ιδιαιτέρως ασχολήθηκε με τη Μεσόγειο και μας άφησε εξαιρετικές αναλύσεις και σκέψεις για τη μορφή της ανάπτυξης στην περιοχή αυτή στη διάρκεια της Ιστορίας, σε σχέση προς τη γεωγραφική διαμόρφωση, είναι ο Γάλλος ιστορικός Μπροντέλ (Fernand Braudel), ο οποίος το 1949 δημοσίευσε το έργο του The Mediterranean and the Mediterranean World in the Age of Philip II. Ο Μπροντέλ εξετάζει τη γεωγραφία σε συνδυασμό με τη δημογραφία και την ίδια τη φύση της στην Ιστορία. Στην αφήγησή του υποστηρίζει ότι σταθερές περιβαλλοντικές συνθήκες οδήγησαν σε μόνιμες ιστορικές τάσεις που προκαθόριζαν πολιτικά γεγονότα και περιφερειακούς πολέμους. Για τον Μπροντέλ, για παράδειγμα, τα πτωχά και επισφαλή εδάφη κατά μήκος της Μεσογείου, που τα έπληττε η ξηρασία, σε συνδυασμό με ένα αβέβαιο κλίμα, ώθησαν την αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή κατάκτηση. Με άλλα λόγια, σημειώνει ο Ρόμπερτ Κάπλαν, στο πρόσφατο βιβλίο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο Η Εκδίκηση της Γεωγραφίας, ενώ θεωρούμε ότι ελέγχουμε την κατάσταση, στην πραγματικότητα τα στοιχεία αυτά ελέγχουν τις τύχες μας. Για να κατανοήσουμε συνεπώς τις σημερινές προκλήσεις της αλλαγής του κλίματος, της αύξησης της θερμοκρασίας των θαλασσών της Αρκτικής, καθώς και της έλλειψης πόρων, όπως το πετρέλαιο και το νερό, θα πρέπει να επανεξετάσουμε την περιβαλλοντική ερμηνεία των γεγονότων που δίνει ο Μπροντέλ.
Τη θέση της Μεσογείου υπό την έννοια του γεωπολιτικού φαινομένου την αντιλαμβανόμαστε επίσης στις κλασικές γεωπολιτικές θεωρίες κάποιων διανοητών του19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Πολλά από όσα πρότειναν οι διανοητές εκείνοι ενδεχομένως να ακούγονται σήμερα από κάποιους ως ιμπεριαλιστικές αντιλήψεις. Ανεξαρτήτως του αν οι θεωρίες τους υιοθετήθηκαν με στρεβλό τρόπο, από το Γʹ Ράιχ ή άλλους γεωπολιτικούς δρώντες, οι θεμελιωτές αυτοί της γεωπολιτικής και της γεωστρατηγικής έβλεπαν πολύ πέρα από τις τυπικές και εδραιωμένες αντιλήψεις, δίνοντας κυρίως έμφαση στον διαρκή αγώνα για επιβίωση των κρατών στο άναρχο διεθνές περιβάλλον. Μας θυμίζουν κατά βάση τον πολιτικό ρεαλισμό του Θουκυδίδη και τις απόψεις του περί του «συμφέροντος» ως ρυθμιστή των σχέσεων μεταξύ των κρατών στο διεθνές σύστημα.
Ανάμεσά τους ο Χάλφορντ Μακίντερ (Halford Mackinder), Βρετανός ιστορικός, γεωγράφος και πολιτικός (1861-1947), θεωρούμενος και ως ιδρυτής της αγγλοσαξονικής Γεωπολιτικής – ιδίως από τις θέσεις του καθηγητού Γεωγραφίας στην Οξφόρδη και του διευθυντού του London School of Economics. Το 1904, ο Μακίντερ – διετύπωσε, ενώπιον των μελών της Βασιλικής Γεωγραφικής Εταιρείας, το θεμελιώδες θεώρημά του περί της «Παγκόσμιας Νήσου» και της «Καρδιάς της Γης», επισημαίνοντας τη σημασία της Ευρασίας για την παγκόσμια κυριαρχία. Ο Μακίντερ διετύπωσε την άποψη ότι, εάν μία ηπειρωτική δύναμη, εκκινώντας από την (ηπειρωτική) «Καρδιά της Γης», κατορθώσει να καταστεί και ναυτική δύναμη –με άλλα λόγια, αν μία καλώς δομημένη πολιτική οντότητα ελέγχει την ηπειρωτική/ευρασιατική μάζα και ταυτοχρόνως συγκεντρώσει τόσο χερσαία όσο και ναυτική ισχύ–, τότε η δύναμη αυτή θα μπορούσε να δράσει ως «Γεωγραφικός Έστορας της Ιστορίας» (“Geographical Pivot of History”) – και η εποχή της ηγεμονίας των Ναυτικών Δυνάμεων θα έχει παρέλθει. Ανάλογες ήταν και οι απόψεις άλλων στρατηγικών αναλυτών της εποχής εκείνης, όπως του Αμερικανού Μάχαν (Alfred Thayer Mahan) και του Αμερικανο-Ολλανδού Σπάικμαν (Nicolas Spykman). Αμφότεροι, μαζί με τον Μακίντερ, στήριζαν τις γεωπολιτικές αντιλήψεις και θεωρίες τους στη διάκριση μεταξύ της χερσαίας και της θαλάσσιας ισχύος.
Αργότερα, το 1943, ο Μακίντερ διαμόρφωσε μια πρώτη γεωπολιτική σύλληψη της «ατλαντικής περιοχής» –που αποτέλεσε τη θεωρητική βάση της ίδρυσης της Ατλαντικής Συμμαχίας– όταν σε άρθρο του σκιαγράφησε την «ενιαία βορειοατλαντική περιοχή», η οποία περιλαμβάνει τρία στοιχεία: ένα προγεφύρωμα στη Γαλλία, ένα προκεχωρημένο αεροδρόμιο στη Βρετανία και εφεδρείες εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού, γεωργικά και βιομηχανικά εφόδια στις ΗΠΑ και στον Καναδά. Υποστήριξε, επίσης, ότι οι ΗΠΑ και ο Καναδάς είναι «ατλαντικές χώρες» και, «επειδή επίκειται χερσαίος πόλεμος, τόσο το προγεφύρωμα, όσο και το προκεχωρημένο αεροδρόμιο είναι αναγκαία στην αμφίβια δύναμη».
Εξετάζοντας τον μεσογειακό χώρο υπό την άποψη των γεωπολιτικών θεωριών των Μακίντερ και Σπάικμαν, παρατηρούμε ότι η Μεσόγειος περιλαμβάνεται στο «εσωτερικό ή παράκτιο τόξο» (“inner or marginal crescent”) που περιβάλλει την ευρασιατική περιοχή. Έτσι ο ρόλος της Μεσογείου εμφανίζεται διττός, σε σχέση προς την Ευρασία:
• Πρώτον, για τη «Χερσαία Δύναμη» της Ευρασίας, η Μεσόγειος συνιστά περιοχή μέσω της οποίας μπορεί να επιτύχει την έξοδό της προς τις νότιες θάλασσες, ώστε να καταστεί ταυτοχρόνως και ναυτική δύναμη, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη ναυτική ισχύ των θαλασσίων δυνάμεων.
• Δεύτερον, η Μεσόγειος αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του «αναχωματικού δακτυλίου», της ζώνης δηλαδή πέριξ της ευρασιατικής περιοχής. Ο έλεγχος της περιμέτρου (του Rimland) κατά τον Σπάικμαν, δίδει τη δυνατότητα ελέγχου της Ευρασίας.
Μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε την περίμετρο αυτή στη στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ, σ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας του, και την προσπάθεια αποκλεισμού, από τη Μεσόγειο, της γεωπολιτικής «Καρδιάς της Γης», η οποία στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ταυτιζόταν με τον σοβιετικό χώρο. Σημειώνεται ότι η μεσογειακή περιοχή αποτελούσε ανέκαθεν τη νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας, στο πλαίσιο της «ανασχετικής περιμέτρου», η οποία ξεκινώντας από τη Νορβηγία, φτάνοντας στο Νότο και συνεχίζοντας προς ανατολάς, περιλαμβάνει τις παράκτιες περιοχές της Ευρώπης, της Μεσογείου και της Ασίας. Η προσπάθεια αυτή εμφανίζεται και σήμερα με την διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, ενσωματώνοντας, ειδικώς στη νότια περιοχή, χώρες όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία επί του Ευξείνου Πόντου και επιδιώκοντας τον άμεσο γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό προσεταιρισμό της Ουκρανίας και της Γεωργίας. Στις περίπτωση των δύο πρώτων, η Ρωσία εξέφρασε τη δυσφορία της, ειδικώς σε ό,τι αφορούσε την εγκατάσταση επί του εδάφους τους στρατιωτικών δυνάμεων της Συμμαχίας. Στη δεύτερη περίπτωση όμως αντέδρασε έντονα, εξαναγκάζοντας το ΝΑΤΟ σε ματαίωση κάθε σχεδίου περαιτέρω διεύρυνσης. Ο ολιγοήμερος πόλεμος στη Γεωργία τον Αύγουστο του 2008 έδειξε ότι η Ρωσία δεν είχε την πρόθεση να επιτρέψει οποιαδήποτε προσπάθεια στρατηγικής περικύκλωσής της.
Ο Βʹ Παγκόσμιος Πόλεμος μετέβαλε τη γεωπολιτική εικόνα της Μεσογείου. Ενώ στο παρελθόν η υπεράσπιση της αποκαλούμενης «αυτοκρατορικής οδού» εθεωρείτο ως θέμα υψίστου ενδιαφέροντος για τη Μεγάλη Βρετανία, στη διάρκεια του Βʹ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες προωθήθηκαν στην πρώτη γραμμή της μεσογειακής αμυντικής δομής, από την αφρικανική ακτή μέχρι την Ελλάδα και την Τουρκία. Αυτό τις έφερε εντός της Μεσογείου και άνοιξε το δρόμο για τη μεγάλη μετατόπιση ισχύος που είχε ως αποτέλεσμα τη μόνιμη παραμονή των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή αυτή. Αργότερα, η ίδρυση του ΝΑΤΟ, η αντιπαράθεση των δύο Συνασπισμών και η κάθοδος ρωσικών ναυτικών μονάδων στη Μεσόγειο δημιούργησε ένα εντελώς νέο περιβάλλον ανταγωνισμών, επιδίωξης απόκτησης ελέγχου έναντι μεσογειακών κρατών ή και κρατών του ευρύτερου περιβάλλοντος, επηρεασμού τοπικών καθεστώτων και γενικώς προσπάθειας απόκτησης επιρροής στη μεσογειακή περιοχή.
Οι πρόσφατες ανακατατάξεις, κυρίως στο Αραβικό κόσμο, δημιούργησαν ένα εντελώς νέο γεωπολιτικό σκηνικό στην μεσογειακή περιοχή. Οι θρησκευτικές αντιπαραθέσεις, οι ενεργειακοί πόροι, οι ανταγωνισμοί ισχύος δημιουργούν εκρηκτικές καταστάσεις, με απρόβλεπτες εξελίξεις. Η Μεσόγειος παραμένει – και θα συνεχίσει να παραμένει στο μέλλον – μία από τις βασικές γεωπολιτικές περιοχές όπου αντιπαρατίθενται συμφέροντα και επιδιώξεις τόσο των περιφερειακών δυνάμεων όσο και των μεγάλων δυνάμεων που είναι παρούσες στην ευρύτερη μεσογειακή περιοχή. Θα μπορούσε, ωστόσο, η Μεσόγειος να καταστεί και πάλι, από στρατηγικής πλευράς, χώρος «συνένωσης» της νότιας Ευρώπης με τη Βόρεια Αφρική, όπως συνέβαινε στον αρχαίο κόσμο, αντί να συνεχίσει να αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε πρώην αποικιακές δυνάμεις και τις πρώην αποικίες τους.

(Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος Μαίου 2013 του περιοδικού ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ. τα αναφερόμενα στοιχεία προέρχονται κυρίως από το βιβλίο μου: Η ΚΑΘ’ ΗΜΑΣ ΘΑΛΑΣΣΑ – Γεωστρατηγική Ανάλυση της Μεσογείου, Εκδόσεις Λιβάνη, 2013).
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top