GuidePedia

0

Παν. Διδασκάλου

Σε μια περιοχή που ήδη μαστίζεται από έναν αγώνα επιρροής μεταξύ δύο μεγάλων δυνάμεων, της Ρωσίας και της Κίνας, η Τουρκία σκοπεύει να εγκατασταθεί μόνιμα. Αντιμέτωπη με την άνοδο ενός «αντιρωσικού» αισθήματος από την μια πλευρά και μιας πραγματικής δυσπιστίας έναντι της Κίνας, η Άγκυρα φαίνεται να καλεί τα κράτη της Κεντρικής Ασίας να ακολουθήσουν έναν τρίτο δρόμο περιφερειακής ολοκλήρωσης. Το τουρκικό σχέδιο, το οποίο επικεντρώνεται γύρω από ένα παντουρκικό και ισλαμικό αίσθημα, φαίνεται κατάλληλο για κράτη με μουσουλμανική πλειοψηφία και τουρκικές ρίζες και γλώσσες, με εξαίρεση το Τατζικιστάν, το οποίο έχει περσικές ρίζες.

Οταν η Τουρκία αγκυροβολεί την επιρροή της σε έναν χώρο που έχει ήδη χαρακτηριστεί από ανταγωνισμούς εξουσίας, οδηγούμαστε προς μια διεύρυνση του νέου "Μεγάλου Παιχνιδιού";

Οι συγκρούσεις μεταξύ Τατζικιστάν και Κιργιστάν τον Σεπτέμβριο του 2022 στην κοιλάδα Φεργκάνα (ΣτΜ: στο νοτιοδυτικό άκρο της, ο Μέγας Αλέξανδρος θεμελίωσε τον Αυγουστο του 329 π.Χ. την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη, το βορειότερο φυλάκιο της αυτοκρατορίας του στην Κεντρική Ασία, παλιό τόπο εξορίας των αντιφρονούντων Ελλήνων της Περσικής Αυτοκρατορίας) κλιμάκωσαν την χρήση βαρέων όπλων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών και από τις δύο πλευρές. Η Τουρκία, επιβαλλόμενη σταδιακά στην Κεντρική Ασία, είχε πράγματι υπογράψει συμβόλαιο με την Μπισκέκ (ΣτΜ: πρωτεύουσα της Κιργιζίας) και ένα άλλο με την Ντουσαμπέ (ΣΤΜ: Δουσάμβη, πρωτεύουσα του Τατζικιστάν) το 2021, ενώ οι εντάσεις μεταξύ των δύο κρατών συνέχιζαν να αυξάνονται, για παραδόσεις drones, σήμερα παγκοσμίως γνωστών για την μαζική χρήση τους κατά την ουκρανική σύγκρουση το 2022 και κατά την διάρκεια του πολέμου στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ (2020, επανάληψη των συγκρούσεων το 2022).

Αυτό είναι ένα σημαντικό φαινόμενο σε έναν τομέα ο οποίος ωστόσο χαρακτηρίζεται από την σοβιετική κληρονομιά η οποία έχει δημιουργήσει ισχυρή εξάρτηση από την Ρωσία, επίσης, στον τομέα της άμυνας. Το Τουρκμενιστάν, επίσης πρώην Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία η οποία στην συνέχεια απομονώθηκε σε μεγάλο βαθμό στην διεθνή σκηνή, είναι επίσης ο κορυφαίος εισαγωγέας τουρκικών όπλων και αντιπροσωπεύει το 16% των συνολικών τουρκικών εξαγωγών όπλων μεταξύ 2017 και 2021. Η Άγκυρα γίνεται έτσι, μέσω της «διπλωματίας drone» της, ένας ουσιαστικός παράγοντας για τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, τα οποία αποτελούν το σκηνικό ενός αυξανόμενου αγώνα για επιρροή από την ανεξαρτησία τους το 1991, μεταξύ των «μεγάλων γειτόνων» τους, της Ρωσίας και της Κίνας.

H Ρωσία, μια πρώην κεντρική δύναμη κατά την εποχή της ΕΣΣΔ, παρά την σταδιακή απώλεια της επιρροής της λόγω ιδίως της αύξησης του «αντιρωσικού» αισθήματος σε αυτήν την περιοχή η οποία χαρακτηρίζεται έντονα από ένα αυξανόμενο «εθνικό» αίσθημα, παραμένει ένας σημαντικός παίκτης στην Κεντρική Ασία. Η χρήση μιας κοινής γλώσσας, αλλά και το κράτος και το πολιτικό σύστημα που θεσπίστηκε από την σύσταση της ΕΣΣΔ, επιτρέπουν στην Μόσχα να διατηρήσει μια θέση επιλογής στους τομείς της πολιτικής, της οικονομίας και της ασφάλειας στην Κεντρική Ασία. Ιδιαίτερα πάνω σε αυτή την δυναμική ιδρύθηκε το 1991 η CEI (Κοινότητα Ανεξάρτητων Κρατών), η οποία περιλαμβάνει τις πρώην σοβιετικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες με εξαίρεση τις χώρες της Βαλτικής, η οποία δημιουργεί αρκετούς οργανισμούς με φιλοδοξία να διατηρήσουν την περιφερειακή ενσωμάτωση με επίκεντρο την Μόσχα. Αυτή είναι η περίπτωση της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (EAEU) για την οικονομική πτυχή αυτής της ολοκλήρωσης, αλλά και του Οργανισμού Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO) για την πτυχή της ασφάλειας.

Η περιοχή της Κεντρικής Ασίας είναι πολύ ευάλωτη στους κινδύνους της ριζοσπαστικοποίησης, της ίδρυσης πυρήνων τζιχαντιστών, αλλά και της λαθραίας διέλευσης προσφύγων στις περιοχές των πακιστανικών φυλών και στα ψηλά βουνά του Αφγανιστάν. Ο Εμφύλιος Πόλεμος του Τατζικιστάν (1992-1995) που προέκυψε από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, είδε ισλαμιστικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων υποστηριζόμενων από την Αλ Κάιντα, όπως το Ισλαμικό Κίνημα του Ουζμπεκιστάν (IMO), να αγωνίζονται για τον έλεγχο του πρόσφατα ανεξάρτητου Τατζικιστάν. Αυτά τα ισλαμιστικά κινήματα εξακολουθούν να υπάρχουν, ακόμα κι αν έχει επέλθει διχασμός μετά την διάσπαση μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα, και εξακολουθούν να επιθυμούν να ιδρύσουν ένα Μεγάλο Ισλαμικό Χαλιφάτο στην περιοχή. Η κοιλάδα Φεργκάνα, μοιρασμένη (και αμφισβητούμενη) μεταξύ Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και Κιργιστάν, αλλά και τα υψίπεδα του Τατζικιστάν, παραμένουν περιοχές οι οποίες εκτιμώνται από τα αδρανοποιημένα κύτταρα αυτών των κινημάτων. Τροφοδοτούνται επίσης από την διακίνηση ναρκωτικών από το Αφγανιστάν (όπιο), αλλά και από την διακίνηση όπλων. Στα σύνορα Αφγανιστάν, Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν, όντας ιδιαίτερα διάτρητα λόγω του ανάγλυφου, γίνονται πολλές διελεύσεις οι οποίες αποτελούν σοβαρή απειλή για τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, αλλά και για την Ρωσία, η οποία έχει συμφέρον να σταθεροποιήσει το «μαλακό της υπογάστριο».

Αυτές οι απειλές ασφαλείας αντιπροσωπεύουν επίσης κίνδυνο για την Κίνα, η οποία μοιράζεται μέρος των συνόρων της με το Τατζικιστάν, το Κιργιστάν και το Καζακστάν. Η αυτόνομη περιφέρειά της Xinjiang, η οποία κατοικείται κυρίως από Ουιγούρους και εθνοτικά μουσουλμάνους Καζάκους, και συνορεύει με την Κεντρική Ασία, είναι ο στόχος μιας ισχυρής κατασταλτικής πολιτικής από την πλευρά του Πεκίνου, που βλέπει σε αυτή την περιοχή πηγή «αποσχιστισμού, τρομοκρατίας και εξτρεμισμού». Η καταπολέμηση αυτών των «τριών μάστιγων» είναι εξάλλου η αφετηρία για την οικοδόμηση του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), ο οποίος αντιπροσωπεύει επίσης ένα νέο σχέδιο ευρύτερης περιφερειακής ολοκλήρωσης, με επίκεντρο το Πεκίνο και στο οποίο η Ρωσία, οι Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας πλην Τουρκμενιστάν, το Ιράν, η Ινδία και το Πακιστάν συγκαταλέγονται μεταξύ των μελών του. Αυτοί οι κίνδυνοι για την ασφάλεια πρέπει να καταπολεμηθούν, σύμφωνα με την Κίνα, μέσω της οικονομικής ανάπτυξης.

Ιδιαίτερα σε αυτήν την ιδέα οικονομικής ανάπτυξης, τα κράτη της Κεντρικής Ασίας τα οποία συνορεύουν με την κινεζική περιοχή Xinjiang αλλά και με μεγάλους παραγωγούς υδρογονανθράκων, έχουν μια επίλεκτη θέση στην Πρωτοβουλία Belt and Road της Κίνας (BRI), η οποία ξεκίνησε το 2013 από την πρωτεύουσα του Καζακστάν, Αστάνα. Η οικονομική ανάπτυξη της περιοχής θα επέτρεπε έτσι την διατήρηση μιας ορισμένης περιφερειακής σταθερότητας και θα βελτίωνε την καταπολέμηση των «τριών πληγών» στο Xinjiang. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τίθεται σε εφαρμογή ένα ψηφιακό στοιχείο αυτών των Δρόμων του Μεταξιού, το οποίο σκοπεύει να βελτιώσει την ασφάλεια των κρατών που επιθυμούν να μεταφέρουν αυτήν την τεχνολογία. Σε αυτό το πλαίσιο ειδικότερα, η Κίνα εξάγει το μοντέλο της «Ασφαλούς Πόλης», το οποίο σταδιακά εδραιώνεται στην περιοχή, εγείροντας φόβους για την εδραίωση του ψηφιακού αυταρχισμού από τις δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας στα ήδη αυταρχικά πολιτικά καθεστώτα. Επιπλέον, το έργο BRI, παρά το ελκυστικό του για τα κράτη της Κεντρικής Ασίας τα οποία στερούνται ξένων επενδύσεων και έχουν χαμηλά εισοδήματα, δημιουργεί στο Κιργιστάν και το Τατζικιστάν, τις πιο ευάλωτες χώρες της περιοχής, μια πραγματική «παγίδα χρέους». Αυτό συμβάλλει στην άνοδο ενός πραγματικού «αντικινεζικού» αισθήματος σε όλες τις δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και δυσπιστίας για τα έργα που υλοποιεί η Κίνα.

Είναι επομένως σε μια περιοχή που μαστίζεται ήδη από έναν αγώνα επιρροής μεταξύ δύο μεγάλων δυνάμεων, της Ρωσίας και της Κίνας, που η Τουρκία σκοπεύει να εγκατασταθεί μόνιμα. Αντιμέτωπη με την άνοδο ενός «αντιρωσικού» αισθήματος από την μια πλευρά και μιας πραγματικής δυσπιστίας έναντι της Κίνας, η Άγκυρα φαίνεται να καλεί τα κράτη της Κεντρικής Ασίας να ακολουθήσουν έναν τρίτο δρόμο περιφερειακής ολοκλήρωσης. Το τουρκικό σχέδιο το οποίο επικεντρώνεται γύρω από ένα παντουρκικό και ισλαμικό αίσθημα, φαίνεται απόλυτα προσαρμοσμένο για κράτη με μουσουλμανική πλειοψηφία και τουρκικές ρίζες και γλώσσες. Η ενίσχυση των διμερών σχέσεων με τις δημοκρατίες της περιοχής τα τελευταία δέκα χρόνια, η δημιουργία στρατηγικών συνεργασιών, η εντατικοποίηση των τουρκικών επενδύσεων και τώρα οι τουρκικές εξαγωγές όπλων αποτελούν τέλεια απεικόνιση της αγκύρωσης της επιρροής της Άγκυρας στην Κεντρική Ασία. Η δημιουργία ενός Οργανισμού Τουρκικών Κρατών (ΟΕΤ) το 2009, που περιλαμβάνει μεταξύ των μελών του το Αζερμπαϊτζάν (υποστηριζόμενο από την Άγκυρα στον πόλεμο κατά της Αρμενίας), το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Κιργιστάν, του οποίου η επόμενη σύνοδος κορυφής θα πραγματοποιηθεί στις 11 Νοεμβρίου 2022, καταδεικνύει επίσης την επιθυμία της Τουρκίας να εδραιωθεί ως Τουρκικός και Ισλαμικός ηγέτης στην περιοχή. Το Τουρκμενιστάν, μέχρι στιγμής παρατηρητής του Οργανισμού, θα έπρεπε να συμμετάσχει σε αυτή τη σύνοδο κορυφής ως πλήρες μέλος του OET: θα είναι ιστορικό γεγονός ένα κράτος, αν και ουδέτερο, μέχρι τότε να προσχωρήσει σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό ως πλήρως συμμετέχον μέλος.

Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η άφιξη της Τουρκίας σε μια περιοχή που θεωρείται μέρος του «εγγύς εξωτερικού» της Μόσχας, καθώς οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας είναι ασαφείς. Μετά την Συρία και την Λιβύη, όπου τα δύο κράτη μάχονται σε αντίθετες πλευρές, την Ουκρανία, όπου η Τουρκία παίζει ένα περισσότερο από προβληματικό παιχνίδι, ή ακόμα και την σύγκρουση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, όπου η Τουρκία υποστηρίζει το Μπακού και όπου η Μόσχα είναι σύμμαχος του Ερεβάν, θα γινόταν η Κεντρική Ασία μια νέα περιοχή αντιπαράθεσης μεταξύ αυτών των δύο κρατών;

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top