Το σίριαλ των γερμανικών αποζημιώσεων για τα αναγκαστικά δάνεια, τις λεηλασίες και τις καταστροφές που προξένησαν οι γερμανικές δυνάμεις κατά την κατοχή της χώρας μας από το 1941 μέχρι το 1945 συνεχίζεται με νέο επεισόδιο.
Το διαβαθμισμένο ως άκρως απόρρητο πόρισμα των εμπειρογνωμόνων (δες «162 δις. ευρώ το γερμανικό χρέος προς την Ελλάδα…» με απόφαση του υπουργού Εξωτερικών Δημήτρη Αβραμόπουλο προωθήθηκε στον πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους προφανώς για νομική τεκμηρίωση.
Προφανώς, η εξέλιξη αυτή αποτελεί δικαίωση για πολλούς συμπολίτες μας, πολιτικούς και μη οι οποίοι εδώ και χρόνια (οι φωνές αυξήθηκαν με την εισαγωγή στα μνημόνια), υποστήριζαν το αυτονόητο. Ότι η χώρα μας έπρεπε εδώ και δεκαετίες να έχει διεκδικήσει τις αποζημιώσεις για τα πολλαπλά δεινά και συμφορές που επέφερε η γερμανική κατοχή και τη λεηλασία που υπέστη.
Οι διεργασίες που προαναφέρθηκαν θα έπρεπε να είχαν γίνει εδώ και δεκαετίες και το ζήτημα να είχε τεθεί μετά επιτάσεως σε διμερές και διεθνές επίπεδο.
Τέλος πάντων, κάλλιο αργά παρά ποτέ θα μπορούσε να αντιτείνει κάποιος.
Δεν διαφωνούμε.
Όμως αργά αλλά σταθερά πλησιάζει η ώρα για την κατά μέτωπο σύγκρουση με τη Γερμανία για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Όλα τα παραπάνω, τα αυτονόητα δηλαδή (για να μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα το αυτονόητο είναι ακόμη ζητούμενο), είναι απλώς προπαρασκευαστικές ενέργειες (και αν ήμασταν καχύποπτοι ή ακόμα και κακεντρεχείς) για «εσωτερική κατανάλωση».
Αν η χώρα, ή για την ακρίβεια η παρούσα πολιτική ηγεσία, έχει όντως αποφασίσει να διεκδικήσει τις γερμανικές αποζημιώσεις, θα πρέπει να εξετάσει και το επόμενο βήμα.
Ποιο είναι αυτό; Μα η «διεθνοποίηση» του ζητήματος και μάλιστα αξιοποιώντας οντότητες που αποτελούν τους πυλώνες του διεθνούς συστήματος.
Να προσλάβει έναν από τους κορυφαίους ελεγκτικούς οίκους (international auditors) που εδρεύουν στις ΗΠΑ, που θα κάνει τον λογιστικό και νομικό έλεγχο των ελληνικών απαιτήσεων και θα τις περιβάλλει με διεθνή μανδύα νομιμοποίησης. Η αμοιβή του οίκου θα είναι ένα ποσοστό (ακόμα και πολύ μικρό το ποσό θα είναι κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητο) από τις αποζημιώσεις και κατά συνέπεια το κόστος για το δημόσιο για την παρούσα περίοδο θα είναι μηδενικό. Εάν αυτό δεν είναι αποδεκτό, πάλι αξίζει η επένδυση αφού το πλεονέκτημα που θα προσδώσει θα είναι μεγάλο.
Με αυτόν τον τρόπο οι γερμανικές αποζημιώσεις, το ύψος και το περιεχόμενο τους, παύουν να αποτελούν υποκειμενικό «ιδιοτελή» υπολογισμό της ελληνικής πλευράς, αλλά αποκτούν τη σφραγίδα της αντικειμενικότητας που ούτε η γερμανική κυβέρνηση θα μπορεί να αμφισβητήσει, ενώ θα αντιμετωπιστεί αποφασιστικά η καχυποψία με την οποία θα αντιμετωπιστούν ενδεχομένως οι ελληνικές ενέργειες.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου