GuidePedia

0

Καθώς ο πρόεδρος Πούτιν κοιτάζει στη διεθνή σκηνή θα πρέπει να νιώθει ικανοποιημένος. Η εικόνα στο εσωτερικό της χώρας όμως είναι διαφορετική. Εντός του πρώτου τριμήνου του 2015 η πρόβλεψη για τη ρωσική οικονομία είναι από ζοφερή μέχρι καταστροφική.
Του William E. Pomeranz
ΠΗΓΗ: http://blogs.reuters.com/
ΑΠΟΔΟΣΗ: Παντελής Καρύκας

Επίσης, ο Πούτιν, παρά τον δυναμισμό του στην Ουκρανία, στο εσωτερικό δείχνει διστακτικός. Επενέβη στις οικονομικές αγορές, αλλά απέφευγε κάθε δομική μεταρρύθμιση.
Ωστόσο, η ρωσική εξωτερική και εσωτερική πολιτική συνδέονται. Και τα προβλήματα στο εσωτερικό αρχίζουν και ενοχλούν τώρα τον Πούτιν και περιορίζουν τις περιφερειακές και παγκόσμιες φιλοδοξίες τους.
Το οικονομικό πρόγραμμα του Πούτιν πιέζεται από την ανάγκη διατήρησης του ρωσικού δημόσιου τομέα, με όλη την αναποτελεσματικότητά του, μειώνοντας την χρηματοδότησή του κατά μόλις 10%. Η μείωση αυτή έχει γίνει αισθητή, παντού, στον δημόσιο τομέα, πλην της άμυνας. Ακόμα και η διαβόητη ρωσική Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας, οφείλει να ζήσει με λιγότερα χρήματα, παρά τον κίνδυνο κοινωνικής αναταραχής.
Κατά συνέπεια δεν υπάρχει και κανένα διαθέσιμο πακέτο στήριξης της ρωσικής οικονομίας από το ρωσικό κράτος, πέραν ενός προγράμματος ύψους 35 δισ. δολαρίων, το οποίο όμως, ακόμα, παραμένει στα χαρτιά, όπως ο ίδιος ο Πούτιν έχει παραδεχτεί.
Η πτώση των δημοσιών δαπανών και η συνεπακόλουθη πτώση στον πραγματικό μισθό των δημοσίων υπαλλήλων, έχει επιπτώσεις και στον ιδιωτικό τομέα. Καθημερινά υπάρχουν νέες αναφορές για περικοπές μισθών, απολύσεις και κλείσιμο επιχειρήσεων, ειδικά στον τομέα του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών.
Ο Ρώσος καταναλωτής αντιμετωπίζει πρόβλημα λόγω των περικοπών του μισθού του, τον πληθωρισμό και την υποτίμηση του ρουβλιού. Βάσει εκτίμησης ρωσικής τράπεζας, οι Ρώσοι, το 2015, θα ξοδέψουν το ήμισυ των εισοδημάτων τους για τη αγορά τροφίμων. Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν το δομικό πρόβλημα της ρωσικής οικονομίας και την αδυναμία του Πούτιν να το αντιμετωπίσει.
Τον Φεβρουάριο, ο Πούτιν συγκέντρωσε τους κορυφαίους οικονομικούς συμβούλους του, μεταξύ των οποίων και τον πρώην υπουργό Οικονομικών Αλεξέι Κούντριν, για να συζητήσει ενδεχόμενες μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στη διαδικασία επιβολής του νόμου και στο συνταξιοδοτικό .
Η παρουσία του Κούντριν αποδεικνύει μια πιθανή στροφή του Πούτιν στο εσωτερικό μέτωπο, ακόμα και προς την κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης της οικονομίας. Ακόμα, πάντως, τίποτα δεν έχει προκύψει από τις επαφές αυτές. Αντίθετα, μάλιστα, ο Πούτιν υπέγραψε, στις 10 Μαρτίου, νόμο με τον οποίο μειώνονται τα πρόστιμα σε περιπτώσεις διαφθοράς.
Ούτε όμως οι Ρώσοι καταναλωτές, ούτε οι ξένοι επενδυτές είναι διατεθειμένοι να σώσουν τη ρωσική οικονομία. Προσπαθώντας να διασώσει το σύστημα του κρατικού καπιταλισμού και του κεντρικού ελέγχου, ο Πούτιν είναι απασχολημένος με τη διάθεση του συναλλαγματικού αποθέματος της χώρας, το οποίο το 2014 έπεσε στα 360 δισ. δολάρια.
Τα αιτήματα χρηματοδότησης όμως εξακολουθούν να καταφθάνουν. Για την κάλυψη της «τρύπας» του προϋπολογισμού του 2015 διατέθηκαν 50 δισ. δολάρια από τα αποθεματικά εκτάκτου ανάγκης, ενώ πιθανότατα επιπλέον χρηματοδότηση θα χρειαστεί και το 2016.
Η Rosneft, η ρωσική εταιρεία πετρελαίων και η Gazprom η εταιρεία φυσικού αερίου, ζήτησαν χρηματοδότηση 21 και 3,2 δισ. δολαρίων, αντίστοιχα, την στιγμή που ο τραπεζικός τομέας παραμένει ευάλωτος. Η Κριμαία, επίσης, απαιτεί πόρους και κανείς, μέχρι στιγμής, δεν έχει προθυμοποιηθεί να καλύψει τα ελλείμματα των περιφερειακών κυβερνήσεων, τα οποία έχουν αγνοηθεί στους σχεδιασμούς του Κρεμλίνου.
Η μοναδική σωτηρία είναι η αύξηση της τιμής των υδρογονανθράκων. Το πότε όμως και πόσο γρήγορα θα συμβεί κάτι τέτοιο, παραμένει άγνωστο. Ο Πούτιν, κατά πάσα πιθανότητα, θα κατορθώσει να επιβιώσει από την ύφεση, καθώς δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Όμως, χωρίς δομικές μεταρρυθμίσεις, η ρωσική οικονομία θα παραμείνει στάσιμη.
Υπάρχει ένα ακόμα λογαριασμός που πρέπει να πληρωθεί, αυτός της Ουκρανίας. Ο πόλεμος στην Αν. Ουκρανία μπορεί να έχει σταματήσει όμως η τελική συμφωνία τερματισμού του, ακόμα είναι μακριά.
Το Κίεβο δεν βιάζεται να παραχωρήσει μια μορφή αυτονομίας στην περιοχή, ή να αρχίσει να καταβάλει ξανά μισθούς και συντάξεις στις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Οι πληρωμές έχουν διακοπεί από την στιγμή που οι περιοχές αυτές δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Κιέβου.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Λαβρόφ απαιτεί, τώρα, την άρση των δυτικών κυρώσεων, ως όρο για την επίτευξη τελικής, ειρηνευτικής συμφωνίας. Ακόμα και γίνει έτσι όμως, το Κίεβο δεν θα πληρώσει για την Αν. Ουκρανία. Άρα θα πρέπει να πληρώσει η Μόσχα. Θα πρέπει να πληρώσει για τον εκεί στρατό της και για τα έξοδα των δύο «δημοκρατιών» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ.
Ο Πούτιν μπορεί να προχωρήσει τις διαπραγματεύσεις, αναζητώντας παράλληλα εκμεταλλεύσιμες αδυναμίες στα κράτη που ψήφισαν τις εναντίον του κυρώσεις. Παρόλα αυτά, χωρίς μια νέα επιτυχία στη εξωτερική πολιτική, η Ρωσία, σταδιακά, θα προσδιορίζεται από την αναποτελεσματική της οικονομία.
Η αυξανόμενη ανησυχία αντανακλάται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, όπου το 82% των Ρώσων θεωρούν τον πληθωρισμό ως το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα. Ένα ποσοστό 55% θεωρεί, επίσης, πως η ρωσική κυβέρνηση δεν έχει πράξει αρκετά για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό και την πτώση των εισοδημάτων.

Η προσάρτηση της Κριμαίας, ξεκάθαρα, απέσπασε την προσοχή του ρωσικού λαού από τα οικονομικά προβλήματα. Η «απελευθέρωση» του Ντεμπαλτσέβε, όμως, όχι. Ο Πούτιν δεν μπορεί, πλέον, να μην προωθήσει εσωτερικές αλλαγές. Αυτές όμως θα εξελιχθούν, σταδιακά, στη μεγαλύτερη αδυναμία του. 
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top