GuidePedia

0

«… Το περισκόπιο του υποβρυχίου είχε γεμίσει από τουρκικά σκάφη. Τα αποβατικά και τα αντιτορπιλικά συνοδείας βρίσκονταν εκεί σαν θηράματα, έτοιμα να δεχθούν τις τορπίλες SST-4 των Type 209 που παραμόνευαν αθέατα, χωρίς η παρουσία τους να έχει επισημανθεί από τις συσκευές Α/Υ του εχθρού. Όταν η πρώτη τορπίλη εξαπολύθηκε οι κυβερνήτες και τα πληρώματα κρατούσαν την αναπνοή τους. Μεσολάβησαν μερικά αργά και βασανιστικά δευτερόλεπτα, πριν ο μεταλλικός ήχος της πρόσκρουσης της τορπίλης στο κέλυφος του αρματαγωγού, επιβεβαιώσει την επιτυχία. Ακολούθησαν και άλλοι ξεροί ήχοι, ενώ από το περισκόπιο επίθεσης ήταν πλέον ορατή η καταστροφή που είχε υποστεί ο εχθρικός στόλος…». 

Το σενάριο που μόλις διαβάσετε αποτελεί αναπαράσταση των επιχειρησιακών σχεδίων που δεν εκτελέστηκαν το μοιραίο Καλοκαίρι του 1974, όταν το τότε Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων δίστασε να προσβάλλει τα τουρκικά σκάφη που αποβίβαζαν στρατεύματα στην Κύπρο. Παρότι το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) είχε εντάξει σε υπηρεσία τα νεότευκτα Type 209/1100, η πλειοψηφία των οποίων εστάλησαν για περιπολία στην ανατολική Μεσόγειο, η σαφής υπεροπλία στον τομέα των υποβρυχίων δεν στάθηκε αρκετή για να αποφασισθεί η επιχειρησιακή αξιοποίησή τους. Σήμερα 37 χρόνια μετά τα γεγονότα, η απαίτηση για πλήρη διαλεύκανση του «Φακέλου Κύπρος» είναι πάντα επίκαιρη, καθώς όπως θα διαβάσετε από τα αρχεία και τα ημερολόγια των τεσσάρων υποβρυχίων Type 209 έχουν αποκοπεί σελίδες που αφορούν πολεμικές περιπολίες κατά τη διάρκεια της κυπριακής κρίσης. Τι θα είχε όμως συμβεί αν τα υποβρύχια ελάμβαναν εγκαίρως διαταγές επίθεσης;

γράφει ο Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος (Δημοσιογράφος – Αμυντικός Αναλυτής) 

Το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) από τα χρόνια της Επανάστασης του 1821 (βλ. σχετικό άρθρο στο παρόν τεύχος για τον Άστιγγα και την «Καρτερία») υπήρξε πρωτοπόρο στην υιοθέτηση καινοτόμων επιχειρησιακών λύσεων. Το ατμόπλοιο «Καρτερία» υπήρξε το πρώτο πολεμικό σκάφος του τύπου, το οποίο μετείχε σε επιχειρήσεις και χάρη στην ανώτερη τεχνολογία του (ατμός, πυροβόλα και εκρηκτικά βλήματα) κατάφερε να γείρει την πλάστιγγα στον κατά θάλασσαν αγώνα σαφώς υπέρ των ελληνικών όπλων και συμφερόντων. Μετά από οκτώ περίπου δεκαετίες οι πρωτοπόροι επιτελείς του τότε Βασιλικού Ναυτικού (ΒΝ) χάρη στην επιμονή του Περικλή Αργυρόπουλου, που ως νέος Αστιγξ επέμεινε στην προμήθεια κατάλληλων πλοίων οπλισμένων με πυροβόλα μεγάλης ταχυβολίας (για την εποχή), προωθήθηκε και υλοποιήθηκε η απόκτηση του θωρακισμένου ευδρόμου «Γεώργιος Αβέρωφ». Μετά από έξι δεκαετίες το πνεύμα του Αμεινοκλή (ναυπηγού και εφευρέτη της τριήρους) έλαμψε εκ νέου και αποφασίστηκε η αγορά τεσσάρων προηγμένων συμβατικών υποβρυχίων Type 209/1100 τόνων από τα Ναυπηγεία HDW του Κιέλου της Γερμανίας, καθώς και η προμήθεια τεσσάρων ταχέων περιπολικών κατευθυνομένων βλημάτων, τα οποία έφεραν για πρώτη φορά τους πυραύλους επιφανείας-επιφανείας Exocet MM38. 

Οι αξιωματικοί του Ναυτικού είχαν αντιληφθεί εγκαίρως ότι το πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τις επόμενες δεκαετίες θα επεκτεινόταν πέραν του Αιγαίου στην ανατολική Μεσόγειο, με έπαθλο την Κύπρο. Η ανάγκη διατήρησης ενός στόλου που θα αποτελείτο από μονάδες επιφανείας και υποβρύχια, κατάλληλων να επιχειρήσουν στον ιδιαίτερο περιβάλλον των θαλασσίων υδάτων πέριξ της Μεγαλονήσου, είχε λάβει από νωρίς χαρακτήρα κατεπείγοντος. Το πραξικόπημα του 1967 («Η Επανάστασις της 21ης Απριλίου» όπως την προωθούσαν επικοινωνιακά οι συνταγματάρχες) δεν υπήρξε αποκλειστικά «αμερικανόφιλο», όπως νομίζει η πλειοψηφία της ελληνικής κοινής γνώμης, και έχει καταστεί ένας από τους ψευδείς αστικούς μύθους της πολιτικής σκηνής. Οι συνταγματάρχες υπήρξαν οι πρώτοι που τόλμησαν να σπάσουν την αποκλειστικότητα στις πωλήσεις αμερικανικών όπλων, τα οποία κατέκλυζαν και τους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. Η χούντα είχε λάβει σοβαρές αποφάσεις για την ουσιαστική ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας των ελληνικών όπλων, η ολοκλήρωση των οποίων θα απέδιδε ένα στράτευμα με δυνατότητα εκτέλεσης επιχειρήσεων πολύ πέραν των νατοϊκών καθηκόντων και σε ορισμένες περιπτώσεις εκτός αυτών!

Οι συνταγματάρχες γνώριζαν αρκετά καλά ότι από την δεκαετία του 1950 οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κάθε άλλο παρά αρμονικές θα ήταν, καθώς η τότε αγγλοσαξονική γεωπολιτική στόχευε στην μεταβολή του status quo της ανατολικής Μεσογείου, μετά από τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ (1948). Η Αθήνα είχε αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα τόσο μετά τα γεγονότα του 1955 στην Κων/πολη όσο και κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1964 στην Κύπρο. Στο πνεύμα της Rimland (δακτύλιος ανάσχεσης της ρωσικής/σοβιετικής προσπάθειας εύρεσης διεξόδου προς τις θερμές θάλασσες) το Ισραήλ θα υποστηριζόταν άμεσα και δυναμικά από τις αγγλοσαξονικές ναυτικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Βρετανία) προκειμένου να αντισταθεί στην αραβική στρατιωτική πίεση, την οποία ενίσχυε η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ). Ελλάδα και Τουρκία είχαν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ (1952) και συνεπώς όφειλαν – υπό το ίδιο πνεύμα – να «μοιράζονται» καθήκοντα και υποχρεώσεις χωρίς να διαταράσσουν την συμμαχική ειρήνη στην ανατολική Μεσόγειο. Το κυπριακό ζήτημα έδωσε την ευκαιρία στην τουρκική αναθεωρητική πολιτική να προβάλλει αξιώσεις, με απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας, στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Ειδικά στη μεγαλόνησο, με την συνεπικουρία των Αγγλοσαξόνων, προωθείτο ένα σχέδιο που θα απέκλειε την Ένωση και θα προωθούσε τη διχοτόμηση ή μια δυσλειτουργική ανεξαρτησία. Συνεπώς όλοι οι εμπλεκόμενοι γνώριζαν ότι η υποβόσκουσα ελληνοτουρκική κρίση δεν θα μεταβαλλόταν στην πραγματική της διάσταση, είτε η εξουσία ασκείτο δημοκρατικά ή από τους συνταγματάρχες. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ

πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top