του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε, σε μια ορισμένη ιστορική στιγμή, τις προσδοκίες και τις ελπίδες τουλάχιστον τριών γενεών Ελλήνων για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία και κοινωνική απελευθέρωση. Δυστυχώς, η ηγεσία και η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών που έμειναν ενεργά σε αυτό το κόμμα πρόδωσαν και εκπόρνευσαν αυτές τις ιδέες, τις προσδοκίες και τις ελπίδες, αφού τις εκμεταλλεύθηκαν για τη δική τους ανέλιξη και τον προσωπικό τους πλουτισμό. Τους αξίζει, και το εξασφάλισαν, το ανάθεμα της Ιστορίας του Γένους μας.
Σήμερα, και τα δύο βασικά κόμματα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας έχουν πλέον δύο μόνο λειτουργίες: τη λεηλασία της χώρας μας και την υποδούλωσή της στους ξένους. Καταστρέφονται, αλλά επιμένουν να μας καταστρέψουν, να συμπαρασύρουν, καθώς πνέουν τα λοίσθια, τον ελληνικό λαό, το κράτος του, το έθνος μας στον χαμό. Είναι όρος επιβίωσης του ελληνικού έθνους η απαλλαγή μας το συντομότερο δυνατό από τους δύο αυτούς σάπιους πολιτικούς οργανισμούς και το ευρύτερο σύστημα γύρω τους.
Μια ζωή αγωνιστής, εμπνεόμενος από το παράδειγμα του Στρατιωτικού Συνδέσμου και του Βενιζέλου, ο Παναγιώτης Κρητικός, χαρακτηρίζει ιστορική νομοτέλεια την επερχόμενη εξέγερση, που ελπίζει κανείς να είναι όσο το δυνατόν έλλογη και ειρηνική, να πάρει ίσως τη μορφή μιας γενικής απεργίας διαρκείας ή μιας μαζικής εκλογικής αποδοκιμασίας των οργάνων των ξένων Πιστωτών και Προστατών. Απευθύνεται στους νέους για να τους πει: Αγωνιστείτε δυναμικά, ανυποχώρητα, συστηματικά, αντισυστημικά για το μέλλον σας.
Η παρουσία του, και νομικού, Παναγιώτη Κρητικού στους αγώνες κατά της χούντας, το πέρασμά του από το κολαστήριο του ΕΑΤ/ΕΣΑ, η άμεση συμμετοχή του στις αναθεωρήσεις του Συντάγματός μας, ως Προέδρου της πρώτης και δεύτερης Επιτροπής Αναθεώρησης, η θητεία του στην θέση του Αντιπροέδρου της Βουλής επί δύο δεκαετίας, προσδίδουν ιδιαίτερο κύρος και βαρύτητα τόσο στη δριμεία κριτική που διατυπώνει για τον αντισυνταγματικό χαρακτήρα του Μνημονίου και των Δανειακών Συμβάσεων, όσο και στην εκτίμησή του ότι σήμερα, η Ελλάδα, βρίσκεται στην κατάσταση που περιγράφει το άρθρο 120 του Συντάγματος, το περίφημο 114 των προδικτατορικών αγώνων, που αποδίδει στον πατριωτισμό των Ελλήνων το δικαίωμα και την υποχρέωση ακόμα να προστατεύσουν τη βαναύσως πληττόμενη συνταγματική τάξη και δημοκρατία.
Η χώρα κυβερνάται σήμερα από μια νομότυπη πλην αντίθετη προς κάθε πνεύμα δημοκρατίας και συντάγματος κοινοβουλευτική δικτατορία, ανάλογη αυτής που γνώρισε με την Οικουμενική του 1926 και την κυβέρνηση των Αποστατών του 1965-67, που οδήγησαν στις δικτατορίες του Πάγκαλου και της χούντας αντίστοιχα και στην εθνική τραγωδία της Κύπρου. Η σημερινή κατάσταση εγκυμονεί ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους για τη δημοκρατία, την ασφάλεια, την ίδια την ύπαρξη του ελληνικού λαού. Επειδή στην Ελλάδα δεν μπορείς να υπερασπιστείς την κοινωνία χωρίς το έθνος, ούτε το έθνος χωρίς την κοινωνία, επιβάλλεται η συγκρότηση ενός ευρύτατου πατριωτικού μετώπου, για τη σωτηρία του ελληνικού, αλλά και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών λαών, από την επίθεση του χρηματοπιστωτικού ολοκληρωτισμού, που επιδιώκει να μας γυρίσει στην Ελλάδα πίσω από το 1974 και το 1821, στην Ευρώπη πίσω από το 1945 και το 1789.
Αυτό που δεν έχει γίνει αντιληπτό από τους υποτελείς άρχοντες της Ελλάδας είναι ότι η παγκόσμια αριστοκρατία του χρήματος δεν μας χρειάζεται τώρα ως αποικία, αλλά ως καταστροφή, ως ευρωπαϊκή μαύρη τρύπα. Δεν κατάλαβε ότι χρειάζονται τον χώρο, όχι τους ‘Ελληνες, κι ότι, από το «Η Ελλάδα στους ‘Ελληνες», το σύνθημα με το οποίο ο Ανδρέας ξύπνησε την ελληνική περηφάνεια, πάμε τώρα, αν δεν κάνουμε κάτι, στην «Ελλάδα χωρίς ‘Ελληνες», κατά την ενορατική έκφραση του μεγάλου μας ποιητή Μίκη Θεοδωράκη. Οι Παπαδήμιοι, οι Σαμαράδες, οι Βενιζέλοι όφελος θα είχαν να διαβάσουν την περιγραφή της συζήτησης ανάμεσα στον Μεγάλο Δούκα Λουκά Νοταρά και τον Πορθητή της Πόλης, που αντιγράφει ο Κρητικός από το Χρονικό της ‘Αλωσης του Γεωργίου Φραντζή:
«Ο μεγάλος Δούκας Λουκάς Νοταράς παρουσιάστηκε μπροστά του, τον προσκύνησε και του έδειξε τον τεράστιο θησαυρό που είχε κρυμμένο. Ο Σουλτάνος και οι σύμβουλοί του θαύμασαν τους πολύτιμους λίθους, τα μαργαριτάρια και τα υπόλοιπα πλούτη που άξιζαν σ’ ένα βασιλιά. Ο Νοταράς είπε στον Σουλτάνο: «Όλα αυτά τα είχα φυλάξει για τη μεγαλειότητά του και σου τα προσφέρω τώρα ως δώρο. Σε ικετεύω να δεχτείς τις παρακλήσεις του ταπεινού δούλου σου».
Με τα δώρα αυτά, ο Λουκάς Νοταράς είχε την ελπίδα ότι θα κέρδιζε την ελευθερία τόσου του ίδιου όσο και της οικογένειάς του. Ο σουλτάνος, όμως, απάντησε: «Απάνθρωπο σκυλί και πονηρέ μηχανορράφε, είχες τόσα πλούτη και όμως δεν βοήθησες τον αυτοκράτορα, την πόλη και την πατρίδα σου. Και τώρα προσπαθείς, με δόλο και πονηριές, που τις ξέρεις πολύ καλά από μικρός, να ξεγελάσεις κι εμένα για να αποφύγεις αυτό που σου αξίζει; Πες μου, άπιστε, ποιος μου χάρισε την Πόλη και τους θησαυρούς της;». «Ο Θεός», απάντησε ο Νοταράς. “Aφού λοιπόν μου τα χάρισε όλα αυτά ο Θεός και σας παρέδωσε όλους αιχμαλώτους στα χέρια μου, τι φλυαρίες είναι αυτές που λες πονηρέ; Γιατί δεν μου τα έστειλες πριν αρχίσω τον πόλεμο εναντίον σας ή πριν καταλάβω την Πόλη, ώστε να σου χρωστώ χάρη ή ανταμοιβή; Τώρα πια δεν μου τα χαρίζεις εσύ, αλλά ο Θεός.»
Την άλλη μέρα έδωσε εντολή να σκοτώσουν μπροστά του, πάνω στον Ξηρό Λόφο, τους γιούς του, που κάποτε ο Νοταράς είχε ζητήσει από τον αυτοκράτορα να τους δώσει το αξίωμα του μεγάλου κοντόσταβλου και του μεγάλου λογοθέτη αντίστοιχα. ‘Υστερα διέταξε να θανατώσουν και τον ίδιο, κάτι που έγινε αμέσως. Αυτό λοιπόν ήταν το τέλος του Λουκά Νοταρά».
Το φρικτό τέλος του Νοταρά θα είναι και το τέλος όσων παρέδωσαν και κατέστρεψαν το ελληνικό κράτος, ίσως όχι στις φυσικές του λεπτομέρειες, οπωσδήποτε όμως στην ουσία του...
πηγή
Δημοσίευση σχολίου