Γιώργος Σκαφιδάς
Κατά την πρώτη του τετραετία στην προεδρία των ΗΠΑ (Ιανουάριος 2017-Ιανουάριος 2021), ο Ντόναλντ Τραμπ είπε πολλά, που δεν έγιναν όμως όλα πράξη.
Τον Δεκέμβριο του 2018 για παράδειγμα, ως 45ος τότε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Ρεπουμπλικανός είχε αναγγείλει δύο πράγματα: την ήττα των τζιχαντιστών του καλούμενου Ισλαμικού Κράτους («we have defeated ISIS in Syria»), και τη -συνακόλουθη της τζιχαντιστικής ήττας- αποχώρηση των Αμερικανών στρατιωτών από τη βόρεια Συρία, που τότε υπολογίζονταν σε περίπου 2.000.
«Ο Τραμπ σοκάρει συμμάχους και συμβούλους με το σχέδιό του να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία», έγραφε τότε ο Guardian, ενώ κορυφαίοι Αμερικανοί αξιωματούχοι όπως ο Τζέιμς Μάτις και ο Μπρετ ΜακΓκερκ παραιτούνταν αντιδρώντας στην απόφαση Τραμπ.
«Καθώς ο Τραμπ επιδιώκει να εκπληρώσει την προεκλογική του υπόσχεση περί μείωσης της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στο εξωτερικό, αυτή που επωφελείται είναι η Τουρκία που θέλει να απομακρύνει τους Κούρδους από την τουρκοσυριακή μεθόριο και να στείλει εκεί Σύρους πρόσφυγες, ενώ ηττημένοι από όλο αυτό βγαίνουν οι Κούρδοι μαχητές των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων που είχαν πολεμήσει μαζί με τους Αμερικανούς ενάντια στο ISIS», σημείωνε σε σχόλιό που είχε δημοσιεύσει στον ιστοχώρο της δεξαμενής σκέψης Chatham House η Λίντσεϊ Νιούμαν.
Οι Αμερικανοί στρατιώτες ωστόσο, επί του πρακτέου ποτέ δεν έφυγαν πλήρως από τη Συρία. Από περίπου 500 που ήταν το 2017, όταν ξεκίνησε δηλαδή η πρώτη τετραετία του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία, αυξήθηκαν σε περίπου 2.000 και έπειτα μειώθηκαν περίπου στο μισό, σε 1.000, προτού αυξηθούν και πάλι. Κι όλα αυτά, με τον Τραμπ στην προεδρία.
«Ποια απόσυρση από τη Συρία; Δεν υπήρξε ποτέ απόσυρση από τη Συρία», δήλωνε, σε παλαιότερη συνέντευξή του, ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζέιμς Τζέφρι, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον παραιτηθέντα Μπρετ ΜακΓκερκ στη θέση του ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ στην περιοχή.
Ο Τζέιμς Τζέφρι είχε μάλιστα παραδεχθεί, στο πλαίσιο της ιδίας συνέντευξης στον ιστοχώρο DefenseOne, ότι την περίοδο που ο Τραμπ ήταν πρόεδρος των ΗΠΑ η δική του πλευρά (του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου στον παγκόσμιο συνασπισμό των δυνάμεων που μάχονταν ενάντια στο ISIS) κρατούσε εν μέρει κρυφούς από την ηγεσία του Λευκού Οίκου ή κάπως ασαφείς τους πραγματικούς αριθμούς των Αμερικανών στρατιωτών που βρίσκονταν στη Σύρια… προκειμένου εκείνοι να μην μειωθούν.
Εν έτει 2024 πια, οι Αμερικανοί στρατιώτες που παραμένουν στη Σύρια υπολογίζονται σε περίπου 900, πλην όμως σε αυτούς θα πρέπει να προστεθεί και ένας «αδιευκρίνιστος» αριθμός από συνεργαζόμενους με τις αμερικανικές δυνάμεις μισθοφόρους (contractors).
Τι θα κάνει, άραγε, ο Τραμπ σε αυτό το μέτωπο, ως 47ος πια πρόεδρος των ΗΠΑ, το προσεχές διάστημα; Θα επαναφέρει εκείνο τον παλαιό στόχο της συνολικής απόσυρσης ή μήπως, στον αντίποδα, θα κρατήσει τους Αμερικανούς εκεί, με το βλέμμα πια στραμμένο όχι όμως στο ISIS αλλά και στο Ιράν και στους λοιπούς εχθρούς του Ισραήλ, πολλοί από τους οποίους είχαν άλλωστε στο παρελθόν αξιοποιήσει τα εδάφη της Συρίας ως καταφύγιο ή ορμητήριο.
Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα ήθελε, πάντως, από τη δική της πλευρά, να μπορέσει να αναλάβει κάποια στιγμή ρόλο περιφερειακού «χωροφύλακα» στη θέση των αποχωρησάντων Αμερικανών, «καλύπτοντας» η ίδια υπό μια δική της ομπρέλα «ασφαλείας» και τουρκικού ελέγχου τις περιοχές που απλώνονται πέρα από τα νοτιοανατολικά τουρκικά σύνορα, όχι μόνο δυτικά αλλά και ανατολικά του ποταμού Ευφράτη, από τη βόρεια Συρία δηλαδή ως και το Ιρακινό Κουρδιστάν.
Το «ιδανικό» μάλιστα για την τουρκική ηγεσία λέγεται ότι θα ήταν εάν αυτό μπορούσε να γίνει με την «αποδοχή» των Κούρδων ή έστω μεγάλου μέρους αυτών.
Ήδη, στο ημιαυτόνομο Βόρειο Ιράκ η πλευρά του Ερντογάν παρουσιάζεται να έχει «αγκαλιάσει» το κυβερνών Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν-KDP των Μπαρζανί, ενάντια στο αντιπολιτευόμενο κόμμα της Πατριωτικής Ενωσης του Κουρδιστάν-PUK του Ταλαμπανί.
Τι γίνεται όμως στη βόρεια Σύρια;
Η τουρκική επιχείρηση επαναπροσέγγισης με την πλευρά του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ προς το παρόν δεν έχει εξελιχθεί όπως θα επιθυμούσε η Άγκυρα. Η διμερής συνάντηση που ελέγετο ότι προετοίμαζαν οι δύο πλευρές το περασμένο καλοκαίρι τελικώς δεν έγινε πράξη.
Ο Ερντογάν δήλωσε, τον περασμένο Ιούλιο, ότι θα ήταν ανοιχτός στο ενδεχόμενο να συναντήσει τον Άσαντ, αλλά ο Σύρος πρόεδρος δεν έδειξε να ανταποκρίνεται. Αντιθέτως, βγήκε στην «αντεπίθεση» υποστηρίζοντας ότι το ζήτημα δεν είναι η συνάντηση καθαυτή ως πράξη αλλά το περιεχόμενο αυτής της συνάντησης και ότι τα τουρκικά στρατεύματα θα πρέπει να αποχωρήσουν από τα εδάφη της βόρειας Συρίας.
Ξαφνικά ωστόσο, μόλις λίγους μήνες έπειτα από εκείνες τις «ανταλλαγές» δηλώσεων του περασμένου καλοκαιριού μεταξύ Άγκυρας και Δαμασκού, η πλευρά Ερντογάν παρουσιάστηκε να κάνει ένα απροσδόκητο άνοιγμα επαναπροσέγγισης προς την πλευρά των Κούρδων.
«Ο 76χρονος Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ηγέτης του Κόμματος Εθνικιστής Δράσης (MHP) και εταίρος του Ερντογάν ήδη από το 2018 στο πλαίσιο της Λαϊκής Συμμαχίας (Cumhur Ittifaki), προκάλεσε εντύπωση όταν έσπευσε, κατά την έναρξη των εργασιών της νέας νομοθετικής περιόδου την 1η Οκτωβρίου, να χαιρετήσει την ομάδα του φιλοκουρδικού Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM)», γράφαμε στο Α&Δ στις 8 Οκτωβρίου, στο πλαίσιο άρθρου για το νέο πολιτικό σκηνικό όπως εκείνο διαμορφώνεται πια στην Τουρκία.
Στις 22 Οκτωβρίου ωστόσο, ο Μπαχτσελί προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, όταν υποστήριξε δημόσια -προφανώς με την πλήρη στήριξη του Ερντογάν- ότι ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, ο οποίος έχει ήδη περάσει 25 χρόνια στις τουρκικές φυλακές (1999-2024), μπορεί τελικώς να αποφυλακιστεί εάν κηρύξει ενώπιον του τουρκικού κοινοβουλίου «το τέλος της τρομοκρατίας» και «τη διάλυση του PKK».
Αυτό το νέο κουρδικό «άνοιγμα» του Ερντογάν, το οποίο έγινε μάλιστα πράξη με «αγγελιαφόρο» έναν Τούρκο εθνικιστή όπως είναι ο Μπαχτσελί, ερμηνεύτηκε στην αρχή με γνώμονα κυρίως τις εσωτερικές τουρκικές πολιτικές εξελίξεις: ως μια προσπάθεια δηλαδή από την πλευρά του Ερντογάν να εξασφαλίσει τις ψήφους (των Κούρδων) που θα του επιτρέψουν να προχωρήσει σε μια νέα συνταγματική μεταρρύθμιση που θα ανοίγει τον δρόμο για την παραμονή του στην προεδρία μετά το 2028.
Μήπως όμως αυτό το «άνοιγμα», το οποίο μάλιστα ξεκίνησε μόλις έναν μήνα πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, έχει παράλληλα και μια άλλη εξωτερική γεωπολιτική στόχευση;
Όπως προαναφέρθηκε, η πλευρά Ερντογάν θα ήθελε η Τουρκία να αναλάβει κάποια στιγμή ρόλο περιφερειακού «χωροφύλακα» στις περιοχές πέραν των τουρκικών νοτιοανατολικών συνόρων και, αφού προς το παρόν εκείνη δεν καταφέρνει να τα βρει με τον Άσαντ, επιχειρεί τώρα να εξασφαλίσει άλλες «βάσεις»: την αποδοχή των Κούρδων (του KDP φαίνεται πώς ήδη την έχει), το πράσινο φως από την πλευρά των Αμερικανών (για την επέκταση των τουρκικών δυνάμεων στη Συρία) και την ενίσχυση της τουρκικής συνεργασίας με τη Βαγδάτη (την οποία Βαγδάτη ο Ερντογάν επισκέφθηκε τον περασμένο Απρίλιο για πρώτη φορά έπειτα από ένα διάστημα 13 -ως επί το πλείστον δύσκολων για τις τουρκοϊρακινές σχέσεις- ετών, όπως γράφαμε τότε στο Α&Δ).
Αναλυτές από την Τουρκία υποστηρίζουν μάλιστα, με νόημα, ότι ο Οτζαλάν, στην πιθανή απελευθέρωση του οποίου αναφέρθηκε ο Μπαχτσελί, εξακολουθεί να έχει επιρροή στους Κούρδους, ειδικά της βόρειας Συρίας (YPG/YPJ)… αλλά ενδεχομένως όχι πια τόσο και του PKK το οποίο έχει την «έδρα» του στα όρη Καντίλ κοντά στα σύνορα Ιράκ-Ιράν.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν, βέβαια, μέσα από ένα τέτοιο πλαίσιο ανάλυσης, είναι πολλά: Πώς θα έβλεπε το Ισραήλ (του Νετανιάχου, που συγκρούεται με τον Ερντογάν) το ενδεχόμενο περιφερειακής ενίσχυσης της Τουρκίας;
Πώς θα αντιδράσουν ο Άσαντ, η Ρωσία (που έχει στρατιωτικές βάσεις στη Συρία), και η Τεχεράνη; Θα μπορούσαν, άραγε, οι Κούρδοι να αποδεχθούν ως εγγυήτριες της ασφάλειάς τους τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις; Και τι θα αποφασίσει, τελικά, ο ίδιος ο Τραμπ;
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου