GuidePedia

0

ΤΣΙΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν το ορόσημο για να διακοπεί ο οικονομικός-ενεργειακός εναγκαλισμός της Γερμανίας με την Ρωσία, με τεράστιες συνέπειες για την γερμανική οικονομία. Επιτομή αυτού του εναγκαλισμού, οι αγωγοί Nord Stream που είναι στο προσκήνιο της επικαιρότητας.

Οι σχέσεις Ρωσίας-Γερμανίας βρίσκονται στο κέντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής εδώ και 300 χρόνια. Οι δύο χώρες υπήρξαν πολλές φορές σύμμαχοι, αλλά τον 20ο αιώνα πολέμησαν δύο φορές μεταξύ τους. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η εισβολή του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση οδήγησε τελικά στην ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και στη νίκη των Σοβιετικών, η οποία τους επέτρεψε να ελέγχουν τη μισή (ανατολική) Ευρώπη και τη μισή (ανατολική) Γερμανία.

Η κληρονομιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου χρησίμευσε ως βάση για τη διεθνή τάξη. Η κατάρρευση του Γ’ Ράιχ διαμόρφωσε μια νέα γερμανική ταυτότητα, σύμφωνα με τα δυτικά μεταπολεμικά πρότυπα. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, που ήρθε σχεδόν αμέσως μετά τη γερμανική επανένωση, διαμόρφωσε ένα νέο πλαίσιο για τις σχέσεις Ρωσίας-Γερμανίας. Οι διμερείς σχέσεις αναπτύχθηκαν ενεργά σε κάθε επίπεδο και σε πολλούς τομείς.

Μέσα σε μερικά χρόνια η Γερμανία έγινε ο σημαντικότερος εμπορικός και οικονομικός εταίρος της Ρωσίας. Πολλές γερμανικές εταιρείες εγκαταστάθηκαν στη ρωσική αγορά. Ταυτόχρονα, οι πολιτιστικοί και ανθρωπιστικοί δεσμοί διευρύνθηκαν. Σχεδόν 3.000.000 Γερμανοί από τη Ρωσία και άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες μετακόμισαν στη Γερμανία, δημιουργώντας μια αρκετά μεγάλη ρωσόφωνη διασπορά στο κέντρο της Ευρώπης.

Η κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου είχαν πείσει το Βερολίνο ότι ήταν πλέον περιττές οι αμυντικές δαπάνες. Πόσο μάλλον όταν υπήρχαν οι αμερικανικές δυνάμεις και η πυρηνική τους ομπρέλα για να ανασχέσουν ενδεχόμενη ρωσική απειλή. Πολλοί Γερμανοί είχαν πάψει να βλέπουν τη Ρωσία ως απειλή και άρχισαν να την αντιλαμβάνονται ως εταίρο, λόγω του συμπληρωματικού χαρακτήρα των δύο οικονομικών. Τι προέβλεπε αυτός; Η Γερμανία να αγοράζει από τη Ρωσία ενέργεια (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) και πρώτες ύλες και να της πουλάει βιομηχανικά καταναλωτικά προϊόντα.

Όπως προαναφέραμε, όλα αυτά ίσχυαν μέχρι την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με το Βερολίνο να συντάσσεται με την Ουάσιγκτον στην επιβολή κυρώσεων έναντι της Μόσχας, την στιγμή που οι γερμανικές βιομηχανίες είχαν ανάγκη την πολύτιμη και φτηνή ρωσική ενέργεια. Συνέπεια αυτών, η “ατμομηχανή της Ευρώπης” να μετατραπεί στον “μεγάλο ασθενή”. Την ίδια στιγμή, η αμερικανική προστασία ουδόλως είναι δεδομένη, στο ενδεχόμενο μιας επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, που έχει συνδέσει την αμερικανική προστασία με το ποσοστό που δαπανούν οι ευρωπαϊκές χώρες για τις δαπάνες του ΝΑΤΟ (που ως γνωστόν η Γερμανία παίρνει χαμηλή βαθμολογία).

Πούτιν και Γερμανία

Ως νέος τότε πρόεδρος, και μάλιστα γερμανόφωνος, ο Πούτιν έπεισε το Βερολίνο ότι η Ρωσία έβλεπε το μέλλον της σε στενή συνεργασία με την Ευρώπη. Στην ομιλία του τον Σεπτέμβριο 2001 στη γερμανική Βουλή, ο Πούτιν είχε πει ότι η Ρωσία «δεσμεύτηκε για την ευρωπαϊκή επιλογή». Η φιλία Πούτιν-Σρέντερ συμβόλιζε αυτό το νέο επίπεδο σχέσεων που οι Γερμανοί διπλωμάτες περιέγραψαν ως το καλύτερο τα τελευταία 100 χρόνια.

Στα πρώτα χρόνια της θητείας της, η Μέρκελ συνέχισε σε μεγάλο βαθμό τη ρωσική πολιτική του προκατόχου της Σρέντερ. Διατήρησε μια προσωπική σχέση με τον Πούτιν, αν και συχνά συναντούσε και ηγέτες της ρωσικής αντιπολίτευσης. Η Ρωσία επέλεξε να βαδίσει στον δικό της δρόμο: Ανέπτυξε το δικό της είδος καπιταλισμού που αφήνει περιορισμένα περιθώρια για πολιτικό και οικονομικό ανταγωνισμό.

Έχοντας συνείδηση πως η Ρωσία θα μπορούσε να σταθεί και πάλι ως μεγάλη δύναμη εάν ανασυγκροτούσε τη στρατιωτική της ισχύ, ο Πούτιν, βοηθούμενος και από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, διοχέτευσε πόρους για την αναβάθμιση των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και των δυνάμεων ασφαλείας. Ήταν ο τρόπος του για να κλείσει την παρένθεση που είχε ανοίξει ο Γιέλτσιν, μετατρέποντας τη δεκαετία του 1990 τη Ρωσία σ’ ένα είδος “νεοαποικίας” της Δύσης.

Το 2008, η Ρωσία, απάντησε με στρατιωτικό τρόπο σε πρόκληση της δυτικόφιλης κυβέρνησης Σακασβίλι της Γεωργίας, δείχνοντας εμπράκτως ότι χώρες στην “προνομιακή ζώνη συμφερόντων” της, δηλαδή στη γεωπολιτική αυλή της, πρέπει να κρατηθούν μακριά από το ΝΑΤΟ ή αλλιώς θα υποστούν τις συνέπειες. Ήταν ένα έμπρακτο μήνυμα του Πούτιν ότι η Ρωσία πρέπει να γίνεται σεβαστή ως μεγάλη δύναμη. Κάπως έτσι προέκυψε και το πρόβλημα στην Ουκρανία.

Γερμανία και Nord Stream

Η κυβέρνηση Ομπάμα συνέχισε την πολιτική δυτικής διείσδυσης στη γεωπολιτική αυλή της Ρωσίας. Στην ουκρανική κρίση το 2014, η Μέρκελ συνέβαλε στην έναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας του Μινσκ με στόχο την επίλυση της σύγκρουσης στην Ανατολική Ουκρανία. Το Βερολίνο είχε το ρεαλισμό να συνεργαστεί με τη Μόσχα, παρότι στην πραγματικότητα η Ρωσία ήταν (τότε εμμέσως, πλην σαφώς) μέρος της σύγκρουσης.

Μετά και την προσάρτηση της Κριμαίας, το γερμανικό πολιτικό σύστημα άρχισε να υψώνει τους τόνους, υποστηρίζοντας ορισμένες κυρώσεις έναντι της Μόσχας (ειδικότερα οι Πράσινοι που παγίως διακρίνονται για την αντιρωσική τους στάση). Όμως, οι κυρώσεις που είχαν υιοθετηθεί τότε δεν υπονόμευσαν το θεμέλιο των ρωσογερμανικών σχέσεων, που είναι η συμπληρωματικότητα των δύο οικονομιών που προαναφέραμε.

Απόδειξη της επιθυμίας του Βερολίνου να διατηρήσει αλώβητες τις οικονομικές σχέσεις και μάλιστα να τις χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για τη σταθεροποίηση των δεσμών της ΕΕ με τη Μόσχα, υπήρξαν οι αγωγοί φυσικού αερίου Nord Stream, που υπέστησαν σαμποτάζ, λίγο μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Πλέον, ουκ ολίγοι στο Βερολίνο δείχνουν ουκρανικό δάχτυλο πίσω από το σαμποτάζ – και μάλιστα του ίδιου του Ζελένσκι. Θυμίζουμε πως όταν είχε γίνει γνωστό το σαμποτάζ, η εκδοχή της Δύσης ήταν πως ευθύνονταν οι Ρώσοι.

Πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Nord Stream επισκίαζε τις σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας. Η Μέρκελ ελίσσονταν με τους Αμερικανούς, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο Nord Stream 2, χωρίς να έρθει σε σύγκρουση με την Ουάσινγκτον που παγίως υποστήριζε ότι το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιεί τους Nord Stream για γεωπολιτικούς σκοπούς. Το Βερολίνο υποτιμούσε τις αμερικανικές ανησυχίες, θεωρώντας πως προέχει η συμπληρωματικότητα των δύο οικονομιών: Η Γερμανία χρειάζεται το ρωσικό αέριο, η Ρωσία έχει ανάγκη τα γερμανικά ευρώ, άρα δεν συμφέρει το Βερολίνο να απομονωθεί η Μόσχα εντός της ΕΕ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολιτικής της τότε καγκελαρίου, ήταν ότι η Μέρκελ είχε συζητήσει το ενδεχόμενο να προσκληθεί ο Πούτιν σε Σύνοδο της Κορυφής της ΕΕ – ερχόμενη σε συνεννόηση με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν και τον τότε πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι – παραβλέποντας τον αντιρωσισμό των, προερχόμενων από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, χωρών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Ο ρόλος της ιστορίας

Πέραν της οικονομίας που είχε φέρει τις δύο χώρες κοντά, τα ένστικτα της Γερμανίας για τη Ρωσία διαμορφώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την αντιφατική και βίαιη ιστορία μεταξύ των δύο χωρών τον 20ο αιώνα. Διαχρονική θέση της Γερμανίας πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ήταν ότι η Ευρώπη είναι ατελής χωρίς να είναι η Ρωσία σταθερά “αγκυροβολημένη” μέσα της. Επιπλέον, το ιστορικό της αφήγημα σχετικά με την “Ανατολή” έδινε ελάχιστη σημασία στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία, λόγω των καταστροφών που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί του Γ’ Ράιχ. Η Γερμανία μετέφερε το αίσθημα της ενοχής της για τα ναζιστικά εγκλήματα που έγιναν εναντίον των Σοβιετικών κατ’ εξοχήν στη σύγχρονη Ρωσία.

Αξίζει να θυμίσουμε την στάση του Βερολίνου, έναν μόλις μήνα πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία: Την στιγμή που η ένταση ήταν στο “κόκκινο”, η γερμανική κυβέρνηση έκανε γνωστό πως αποφάσισε να προμηθεύσει την Ουκρανία μόλις με μερικές χιλιάδες στρατιωτικά κράνη, αποκλείοντας κάθε αποστολή οπλισμού. Όμως, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επέφερε ένα καίριο πλήγμα στις ρωσογερμανικές σχέσεις, σε σημείο που να μην συζητάνε στο Βερολίνο για την αλληλοσυμπλήρωση των οικονομιών, αλλά για το αν η Ρωσία θα εισβάλει στην Γερμανία…

πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top